12/11/11

Το αρχαίο ελληνικό δράμα

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ
Το δράμα είναι μια σύνθετη θεατρική - ποιητική δημιουργία που αποτέλεσε την πιο ανώτερη πνευματική έκφραση της κλασικής εποχής. Σ’ αυτό το ποιητικό είδος χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία από το Έπος και τη Λυρική ποίηση, ενώ κατά την παρουσίασή μπροστά στο κοινό, τον ποιητικό λόγο συνόδευαν η μουσική και η όρχηση, γιατί το δράμα δεν προοριζόταν για μια απλή ανάγνωση ή απαγγελία, αλλά για παράσταση ενός συγκλονιστικού γεγονότος, που εξελισσόταν σαν ζωντανή πραγματικότητα μπροστά στους θεατές.
Το δράμα προήλθε από τα θρησκευτικά δρώμενα και συνδέθηκε από την αρχή με τα Μεγάλα Διονύσια (διονυσιακή γιορτή), που είχαν κυρίαρχη θέση στο αθηναϊκό εορτολόγιο. Οι αρχαίοι Έλληνες από πολύ παλιά είχαν δώσει στις θρησκευτικές εκδηλώσεις τους δραματικό χαρακτήρα (δηλαδή μορφή παράστασης): στο Άργος και στη Σάμο αναπαριστούσαν τους γάμους του Δία και της Ήρας, στην Κρήτη τη γέννηση του Δία, στους Δελφούς έφηβοι παρίσταναν τον αγώνα του Απόλλωνα με τον δράκοντα. Αλλά και στα Ελευσίνια μυστήρια, τις μυστικές ιεροτελεστίες τις ονόμαζαν δρώμενα. Στις τελετές όμως του Διονύσου τα δρώμενα ήταν λαμπρότερα και πιο επίσημα.
Ο Διόνυσος, ως θεός του αμπελιού και του κρασιού, προσωποποιούσε τον κύκλο των εποχών του έτους, τη διαδικασία της σποράς και της βλάστησης, τη γονιμοποίηση των καρπών και γενικά όλες τις μυστηριώδεις παραγωγικές δυνάμεις της φύσης. Από τον αδιάκοπα επαναλαμβανόμενο κύκλο της ζωής και του θανάτου, οι λατρευτές του Διονύσου τον είχαν συνδέσει με τη γέννηση του θεού, τη δράση του, το θάνατο και την επαναφορά του στη ζωή. Ακόμα τον φαντάζονταν να κυκλοφορεί ανάμεσα στους ανθρώπους, μαζί με τους τραγοπόδαρους συνοδούς του, τους Σατύρους, και να παρακινεί όλους να ξεχάσουν τις έγνοιες της ζωής και να παραδοθούν στο γλεντοκόπι και στη χαρά.
Κατά τις τελετές του Διονύσου, οι οπαδοί του τον λάτρευαν σε κατάσταση ιερής μανίας, άφθονης οινοποσίας, πολλών αστεϊσμών κι έξαλλου ενθουσιασμού. Βασικό γνώρισμα των λατρευτικών τους εκδηλώσεων ήταν η έκσταση, η συναισθηματική μέθη, που τους ταύτιζε με άλλα πρόσωπα, τους Σατύρους και τους μετέφερε σε μια κατάσταση θεϊκή. Για να πετύχουν την έκσταση, οι λατρευτές μεταμφιέζονταν σε τράγους (σατύρους). Τυλίγονταν με δέρματα ζώων, άλειφαν το πρόσωπό τους με το κατακάθι του κρασιού (τρυγία) ή το σκέπαζαν με φύλλα δέντρων, φορούσαν στεφάνια από κισσό, πρόσθεταν ουρές, γένια ή κέρατα, όπως και οι συνοδοί του Διονύσου.
Στις μεταμφιέσεις αυτές των λατρευτών του Διονυσίου έχει την αφετηρία του το δράμα, γιατί και τα πρόσωπα του δράματος μεταμφιέζονταν, για να υποδυθούν τους ήρωες του έργου. Τα στάδια, βέβαια, της μετάβασης από τις θρησκευτικές τελετές στο δράμα δεν είναι γνωστά. Ο Αριστοτέλης μάς πληροφορεί ότι οι πρώτοι τραγουδιστές των χορικών ασμάτων προς τιμή του Διονύσου έδιναν αφορμές για δραματικές παραστάσεις (Ποιητική, 1449 a14).
Όταν ο Πεισίστρατος ίδρυσε ιερό προς τιμή του Διονύσου στα ΝΑ της Ακρόπολης (όπου σήμερα τα ερείπια του διονυσιακού θεάτρου), μετέφερε σ’ αυτό από τις Ελευθερές της Βοιωτίας το ξύλινο άγαλμα του Διονύσου του Ελευθερέως και οργάνωσε λαμπρές γιορτές. Στον χώρο αυτό ο Θέσπης, από την Ικαρία της Αττικής (σημερινό Διόνυσο), δίδαξε για πρώτη φορά δράμα, στα μέσα της 61ης Ολυμπιάδας (534 π.Χ.). Από τότε το δράμα σταδιακά τελειοποιήθηκε, γιατί η εξέλιξή του συνέπεσε με τον πλούτο και το μεγαλείο της Αθήνας.

ΧΡΟΝΟΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ
Οι δραματικές παραστάσεις επικράτησε να γίνονται κατά τις γιορτές του Διονύσου, ώστε να συνδέονται με τη θρησκευτική τους προέλευση. Οι γιορτές αυτές στην Αττική ήταν τέσσερις:
• Τα Μεγάλα ή εν άστει Διονύσια τελούνταν τον αττικό μήνα Ελαφηβολιώνα (μέσα Μαρτίου-Απριλίου). Ήταν η λαμπρότερη γιορτή του Διονύσου, διαρκούσε 6 μέρες και σ’ αυτήν παρουσιάζονταν νέα δράματα.
• Τα Μικρά Διονύσια γιορτάζονταν τον μήνα Ποσειδεώνα (μέσα Δεκεμβρίου-Ιανουαρίου) και σ’ αυτά παρουσιάζονταν επαναλήψεις των πιο επιτυχημένων δραμάτων. Ονομαστά ήταν τα κατ’ αγρούς Διονύσια, που παρουσιάζονταν στο περίφημο Διονυσιακό θέατρο του Πειραιά.
• Τα Λήναια γιορτάζονταν το μήνα Γαμηλιώνα (μέσα Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου). Στη διάρκεια της γιορτής παριστάνονταν νέες τραγωδίες και κωμωδίες.
• Τα Ανθεστήρια γιορτάζονταν τον μήνα Ανθεστηριώνα (μέσα Φεβρουαρίου-Μαρτίου). Ήταν γιορτή της ανθοφορίας στην αρχή της Άνοιξης. Παλαιότερα δε γίνονταν δραματικοί αγώνες και πολύ αργότερα προστέθηκαν και αυτοί ως μέρος της γιορτής.
Από όλες τις γιορτές του Διονύσου η πιο επίσημη ήταν τα Μεγάλα Διονύσια. Την εποπτεία τόσο της γιορτής όσο και των δραματικών αγώνων είχε τότε ο Επώνυμος Άρχων.

ΕΙΔΗ ΔΡΑΜΑΤΟΣ
Τρία είναι τα είδη του δράματος: η τραγωδία, η κωμωδία και το σατυρικό δράμα.
• Το σατυρικό δράμα: Χαρακτηρίστηκε ως «παίζουσα τραγωδία», ήταν δηλαδή ένα ευχάριστο λαϊκό θέαμα που διατηρούσε τα εξωτερικά γνωρίσματα της τραγωδίας, αλλά σκοπό είχε μόνο να προκαλέσει το γέλιο και όχι να διδάξει, όπως η τραγωδία και η κωμωδία. Στο σατυρικό δράμα οι θεατές ξανάβρισκαν τους Σατύρους (εξ ου η ονομασία) και τον γέροντα Σειληνό, που αποτελούσαν τον χορό, ικανοποιώντας έτσι την ευλάβειά τους στις θρησκευτικές παραδόσεις. Οι ποιητές που συμμετείχαν στους αγώνες έπρεπε να παρουσιάσουν, μαζί με τις τρεις τραγωδίες κι ένα σατυρικό δράμα, ώστε να τελειώνουν οι παραστάσεις μ’ ένα θέαμα εύθυμο, που να προκαλεί γέλιο και να ξεκουράζει τους θεατές από την ένταση και τη συγκίνηση, που είχαν νιώσει από τις τραγωδίες.
• Η κωμωδία: Όπως και τα άλλα δύο είδη του δράματος, προήλθε από τις διονυσιακές γιορτές. Οι κωμικοί ποιητές επιδίωκαν να γελοιοποιούν πρόσωπα και καταστάσεις, ώστε μέσα από τη φάρσα, το γέλιο και την ευθυμία να ασκούν κριτική. Τα πρόσωπα των κωμωδιών ήταν σύγχρονα και αντιπροσώπευαν καταστάσεις -πολιτικές, κοινωνικές, ηθικές- που έβλαπταν ή ήταν επικίνδυνες για την πόλη. Έτσι η κωμωδία αντλούσε τα θέματα από την καθημερινή ζωή, αλλά συχνά τα «έντυνε» με μύθους ή κατασκεύαζε πλαστές εικόνες, που, με το υπερβολικό και το γελοίο, είχαν σκοπό να τέρψουν, αλλά και να διορθώσουν τα «κακώς κείμενα».

Η ΤΡΑΓΩΔΙΑ
Ο Αριστοτέλης συνδέει τη τραγωδία με τον διθύραμβο, ένα χορικό εγκωμιαστικό άσμα που χαρακτηρίστηκε διονυσιακό. Το έψαλλε χορός λατρευτών γύρω από τον βωμό του θεού. Κατά τον Σταγειρίτη φιλόσοφο, η τραγωδία προήλθε από τους πρώτους τραγουδιστές των διθυραμβικών χορών.
Η λέξη «τραγωδία» έχει αβέβαιη προέλευση. Οι δυο γνωστές απόψεις, ότι δηλαδή τραγωδία σημαίνει: α) «ωδή των τράγων», χορικό άσμα των λατρευτών του Διονύσου που φορούσαν δέρματα τράγων ή β) χορικό άσμα σε διαγωνισμό, όπου το βραβείο για τον νικητή ήταν τράγος, θεωρούνται αυθαίρετες και χωρίς ισχυρή επιστημονική στήριξη.
Σταθμό στην εξέλιξη του διθυράμβου σημείωσε ο Αρίων από τη Μήθυμνα της Λέσβου, που, στις αρχές του 6ου αιώνα π.Χ., είχε εγκατασταθεί στην αυλή του Περίανδρου, τυράννου της Κορίνθου, πιθανότατα για να ενισχύσει τη διονυσιακή λατρεία. Ο Αρίων διαμόρφωσε καλλιτεχνικά τον διθύραμβο, συνθέτοντας τους στίχους και τη μουσική. Το περιεχόμενό του ήταν στην αρχή σχετικό με τους μύθους του Διονύσου, αργότερα όμως και με άλλα μυθικά πρόσωπα ή ήρωες. Τους διθυράμβους του Αρίωνα εκτελούσε χορός 50 αντρών, τον οποίο ασκούσε ο ίδιος ο ποιητής. Ο χορός αυτός, τραγουδώντας τον διθύραμβο με τη συνοδεία κιθάρας, έκανε χορευτικές κινήσεις γύρω από τον βωμό του Διονύσου. Ο Αρίων θεωρείται κι αυτός που εφεύρε ένα είδος μουσικής, που τραγουδούσαν οι χορευτές μεταμφιεσμένοι σε τράγους (σατύρους).
Το μεγάλο βήμα πάντως, από τον διθύραμβο στην τραγωδία, έγινε στην Αττική. Ο Αρίων είχε εμφανίσει τον εξάρχοντα[1] του διθυράμβου, αλλά δεν του είχε δώσει ανεξάρτητο ρόλο από τον χορό. Στην καινοτομία αυτή προχώρησε ο Θέσπης, στα μέσα του 6ο αιώνα π.Χ. Σύμφωνα με έμμεσες πληροφορίες (αγγειογραφίες και μια μαρτυρία που αποδίδεται στον Αριστοτέλη), ο Θέσπης ξεχώρισε οριστικά τον πρώτο τραγουδιστή (υποκριτή) από την ομάδα (χορό). Αυτόν τον εξάρχοντα-υποκριτή τον ταύτισε πλέον με το πρόσωπο που υποδυόταν. Αλλά και οι λόγοι του υποκριτή, στον διάλογό του με τον χορό, ήταν στίχοι που απαγγέλλονταν και δεν ήταν όμοιοι με αυτούς της μελωδίας του χορού. Οι στίχοι αυτοί αποτέλεσαν τα πρώτα θεατρικά στοιχεία, γιατί με την παρεμβολή τους ανάμεσα στα χορικά κομμάτια διευκόλυναν την παρουσίαση του μύθου, μέσα από διάλογο και αφήγηση.
Ο ίδιος ο ποιητής φαίνεται ότι ενθουσίασε με τις καινοτομίες του τον λαό και, παρά τις αντιδράσεις του γέροντα πια Σόλωνα, που θεωρούσε τις παραστάσεις ψευδολογίες, δημιούργησε ένα μικρό θίασο, το γνωστό «άρμα Θέσπιδος», με το οποίο περιόδευε στα χωριά της Αττικής κι έπαιρνε μέρος στις ανοιξιάτικες διονυσιακές γιορτές.
Όσο τα διαλογικά-θεατρικά στοιχεία, με τον καιρό, έπιαναν μεγαλύτερη έκταση, τόσο περιοριζόταν κι ο ρόλος του χορού, μέχρι που κατέληξε να τραγουδάει άσματα άσχετα με τον Διόνυσο. Όταν και οι υποθέσεις των έργων έπαψαν πια να έχουν άμεση σχέση με τον Διόνυσο, σταμάτησαν και οι άντρες του χορού να μεταμφιέζονται σε σατύρους. Έτσι η τραγωδία έπαιρνε με την πάροδο του χρόνου την οριστική της μορφή ως θεατρικό είδος.

ΟΡΙΣΜΟΣ
Ο Αριστοτέλης στην «Ποιητική» του (1448b-24 κ.ε.) δίνει τον ακόλουθο ορισμό της τραγωδίας: «Έστιν ουν τραγωδία μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας, μέγεθος εχούσης, ηδυσμένω λόγω, χωρίς εκάστω των ειδών εν τοις μορίοις, δρώντων και ου δι’ απαγγελίας, δι’ ελέου και φόβου περαίνουσα την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν».[2]
Σύμφωνα με τον ορισμό, η τραγωδία είναι απομίμηση μιας σοβαρής πράξης, με αξιόλογο περιεχόμενο. Είναι αναπαράσταση της πραγματικότητας, όχι όμως πιστή, αλλά δημιουργική κι ελεύθερη, με τάση εξιδανίκευσης. Ο χαρακτηρισμός τέλεια δηλώνει ότι η υπόθεση της τραγωδίας έχει αρχή, μέση και τέλος, ενώ το μέγεθός της έχει τέτοια έκταση, ώστε να μπορεί ο θεατής να έχει σαφή αντίληψη και του συνολικού έργου και του επιμέρους. Άλλωστε η μίμηση γίνεται με λόγο ηδυσμένο (γλυκό), που έχει δηλαδή ρυθμό, μελωδία κι αρμονία. Όμως τα στοιχεία αυτά δε διασκορπίζονται με τον ίδιο τρόπο σε όλο το έργο, αλλά όπου ταιριάζει το καθένα. Χαρακτηριστικό γνώρισμα της τραγωδίας είναι η δράση και αναφέρεται στην κίνηση των προσώπων. Οι υποκριτές δεν απαγγέλλουν απλά, αλλά μιμούνται τους ήρωες του έργου, τους οποίους υποδύονται. Η δράση διακρίνεται σε εσωτερική και εξωτερική. Η εσωτερική «συνίσταται στην ψυχική κίνηση των προσώπων, στην αντιθετική κίνηση των παθών, των συναισθημάτων και πιο πολύ στη σύγκρουση των προσώπων και στην πάλη των ιδεών. Εξωτερική είναι η δράση της εισόδου και εξόδου των προσώπων στη σκηνή» (Β. Καλογεράς). Όπως ερμηνεύει εύστοχα ο T.S. Eliot, «πίσω από τον τραγικό λόγο βρίσκεται η δραματική ενέργεια, η χροιά της φωνής, το ανασηκωμένο χέρι ή ο τεντωμένος μυς και η ιδιαίτερη συγκίνηση».
Σκοπός της τραγωδίας είναι να οδηγήσει τον θεατή, μέσα από το έλεος και τον φόβο, στην κάθαρση, έναν όρο δύσκολο που έχει απασχολήσει για αιώνες τους ερμηνευτές. Κατά τον Αριστοτέλη, ο φόβος και το έλεος (συμπάθεια), αποτελούν τη χαρακτηριστική (οικεία) ηδονή, που προκαλεί η τραγωδία. Η ηδονή αυτή είναι βαθύτερη και πιο ουσιαστική από την ηδονή που προσφέρουν τα άλλα είδη της λογοτεχνίας, γιατί προέρχεται από ένα είδος τέχνης τόσο σύνθετο και ζωντανό και κυρίως από την πρόκληση του φόβου και του ελέους. Ο θεατής συμμετέχει λογικά και συναισθηματικά στα δρώμενα. Ανησυχεί για τη τύχη του τραγικού ήρωα και για τους κινδύνους στους οποίους είναι εκτεθειμένος και νιώθει συμπόνια γι’ αυτόν και τα βάσανά του. Ο ήρωας αναξιοπαθεί και τα σωματικά του παθήματα (πάθη), που διεγείρουν στον θεατή ισχυρά συναισθήματα φόβου και ελέους, είναι πολύ πιο οδυνηρά, απ’ όσο αντέχει το αίσθημα δικαιοσύνης του θεατή, καθώς συγκρούεται συνήθως με τη Μοίρα, λόγω κάποιου λάθους (αμαρτία)[3] και συντρίβεται. Κατά την άποψη που επικρατεί, με την κάθαρση, που προκαλεί η τραγωδία σαν έργο τέχνης, οι θεατές ανακουφίζονται και ηρεμούν ψυχικά, γιατί διαπιστώνουν είτε την ηθική νίκη του τραγικού ήρωα ή την αποκατάσταση της ηθικής τάξης. Γενικότερα οι θεατές, καθώς ζουν έντονα τον ανθρώπινο μύθο μέσα στο τραγικό μεγαλείο του έργου, λυτρώνονται, με τη μαγεία της τέχνης και γίνονται ελεύθεροι και ανώτεροι άνθρωποι.

ΚΑΤΑ ΠΟΣΟΝ ΜΕΡΗ
Ο Αριστοτέλης περιγράφει και την τυπική διάρθρωση μιας τραγωδίας. Τα μέρη στα οποία χωρίζεται, τα ονομάζει «κατά ποσόν», για να τα ξεχωρίσει από τα «κατά ποιόν», τα οποία είναι αποτέλεσμα ανάλυσης του έργου.[4]
Η τραγωδία είναι σύνθεση επικών και λυρικών στοιχείων τα οποία είναι ευδιάκριτα. Το επικό στοιχείο (διάλογοι - αφήγηση) αποτελούν ο πρόλογος, τα επεισόδια και η έξοδος, ενώ το λυρικό (χορός) η πάροδος και τα στάσιμα.
Ο πρόλογος έχει τη μορφή μονόλογου ή διάλογου, ενώ στα παλαιότερα έργα, ιδίως του Αισχύλου, δεν υπάρχει πρόλογος, αλλά η τραγωδία αρχίζει από την πάροδο. Με τον πρόλογο, δηλαδή τον πρώτο λόγο του ηθοποιού, οι θεατές εισάγονται στην υπόθεση της τραγωδίας.
Τα επεισόδια είναι αντίστοιχα με τις σημερινές «πράξεις» και παρεμβάλλονται μεταξύ των χορικών. Τα επεισόδια αποτελούν το κυρίως δραματικό μέρος του έργου, γιατί αυτά είναι που αναπτύσσουν και προωθούν τη σκηνική δράση μέσα από τις συγκρούσεις των προσώπων.
Η έξοδος είναι το τελευταίο μέρος της τραγωδίας. Αρχίζει μετά από το τελευταίο στάσιμο και κλείνει με το εξόδιο άσμα του χορού.
Στο επικό μέρος της τραγωδίας οι υποκριτές διαλέγονται είτε με συνεχείς λόγους είτε με στιχομυθίες (διάλογος στίχος με στίχο). Και όταν η ένταση του διαλόγου κορυφωθεί, τότε ο στίχος κόβεται σε δύο ή σε τρία μέρη, τις αντιλαβές. Μάλιστα στον διάλογο συμμετέχει πολλές φορές και ο κορυφαίος του χορού. Στο μέρος αυτό της τραγωδίας, το συνηθέστερο μέτρο είναι το ιαμβικό τρίμετρο [5] ή πιο σπάνια το τροχαϊκό τετράμετρο κι η γλώσσα του η παλιότερη μορφή της αττικής διαλέκτου με στοιχεία από την ιωνική και τη γλώσσα του έπους.
Από το λυρικό μέρος η πάροδος είναι το άσμα που τραγουδούσε ο χορός, καθώς έμπαινε στην ορχήστρα με ρυθμικό βηματισμό, ενώ τα στάσιμα τα τραγουδούσε ο χορός, όταν πια είχε πάρει τη θέση του (στάση) στην ορχήστρα και τα συνόδευε με χορευτικές κινήσεις. Εκτός όμως από την πάροδο και τα στάσιμα υπάρχουν κι άλλα λυρικά στοιχεία στην τραγωδία, που παρεμβάλλονται ανάμεσα στα διαλογικά μέρη. Από αυτά, άλλα έχουν θρηνητικό χαρακτήρα και τα τραγουδούσε ο χορός με ένα ή δύο ηθοποιούς (κομμοί) και άλλα τα τραγουδούσε μόνο ένας (μονωδίες) ή δύο (διωδίες) ηθοποιοί.
Επειδή τα χορικά άσματα αποτελούν επιβιώσεις της αρχαιότερης χορικής ποίησης, που καλλιέργησαν κυρίως οι Δωριείς, διατηρούν τόσο τη δωρική γλώσσα όσο και τα διάφορα μέτρα του αρχαιοελληνικού λυρισμού.

ΚΑΤΑ ΠΟΙΟΝ ΜΕΡΗ
Τα «κατά ποιόν» μέρη είναι κυρίως τα εσωτερικά και πιο ουσιαστικά στοιχεία της τραγωδίας, που, κατά τον Αριστοτέλη, βρίσκονται σε όλα σχεδόν τα τμήματά της και προκύπτουν από την ανάλυση. Τα δομικά αυτά μέρη είναι τα εξής: ο μύθος, το ήθος, η λέξη, η διάνοια, το μέλος και η όψη.
Ο μύθος, σαν μίμηση πράξης, αποτελεί την ψυχή της τραγωδίας και σημαίνει την υπόθεση του έργου, το σενάριο. Τα θέματα των τραγικών μύθων τα αντλούσαν οι ποιητές κυρίως από τη μυθολογία, αλλά και την ιστορία. Οι τρεις μεγάλοι μυθικοί κύκλοι - Θηβαϊκός, Αργοναυτικός και Τρωικός - έδιναν θέματα, για να σχεδιάζουν οι ποιητές την τραγική δράση.
Το ήθος δηλώνει τον χαρακτήρα του τραγικού ήρωα, τον ψυχικό του κόσμο, τις σκέψεις και τον τρόπο με τον οποίο αντιδρά σε κάθε περίσταση. Το ήθος πρέπει να είναι ευγενικό (χρηστόν), ταιριαστό για κάθε φύλο, τάξη και ηλικία (αρμόττον), φυσικό (όμοιον) και αμετάβλητο (ομαλόν).
Η λέξη είναι τα εκφραστικά μέσα, η ποικιλία των εκφραστικών τρόπων, αυτό που σήμερα καλούμε «ύφος». Κάθε τραγικός ποιητής ντύνει τις ποιητικές του ιδέες με ξεχωριστό γλωσσικό πλούτο και σχήματα.
Τη διάνοια αποτελούν οι ιδέες που διατυπώνουν τα πρόσωπα της τραγωδίας για τον κόσμο και τη ζωή, καθώς και τα επιχειρήματα με τα οποία τις υποστηρίζουν.
Το μέλος κι η όψη αφορούν την παράσταση της τραγωδίας. Για το μέλος, δηλαδή η μελωδία, τα μουσικά στοιχεία της τραγωδίας, οι γνώσεις μας είναι ελλιπείς, ενώ η όψη περιλαμβάνει τον σκηνικό κόσμο στο σύνολό του, δηλαδή αυτό που σήμερα ονομάζουμε σκηνογραφία και ενδυματολογία. Αυτός ο σκηνικός διάκοσμος ήταν πολύ απλός κι είχε σκοπό να αποτελέσει το κατάλληλο πλαίσιο για την παράσταση.

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΤΡΑΓΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΤΡΑΓΩΔΙΑ
Τους ήρωες των τραγωδιών χαρακτηρίζει η τραγικότητα, μια κατάσταση που υποδηλώνει τη σύγκρουσή τους με ανώτερες δυνάμεις. Και πράγματι, ο τραγικός ήρωας συγκρούεται, κυρίως με τη Μοίρα, τη θεία δίκη και με τους ανθρώπους, ακόμα και με τον εαυτό του. Στη σύγκρουση αυτή εκδηλώνεται όλο το ηθικό του μεγαλείο, γιατί δεν αγωνίζεται για υλικό συμφέρον, αλλά για ηθικές αξίες. Η έννοια της τραγικότητας συμπεριλαμβάνει και τη μετάβαση από την άγνοια στη γνώση, μέσα από την εμπλοκή του ήρωα σε αντιφατικές καταστάσεις, τρομερά διλήμματα και αδιέξοδα μαζί και με τις συνέπειες αυτών των καταστάσεων (ενοχή, ψυχική οδύνη, μοναξιά, συντριβή, λύτρωση). Το αποτέλεσμα πάντως της τραγικής σύγκρουσης είναι η ηθική ελευθερία που καταξιώνει την προσωπικότητα του τραγικού ανθρώπου.

Το ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ
Τα πρώτα ελληνικά θέατρα, όπως άλλωστε και το ίδιο το δράμα, συνδέονται με τη λατρεία του Διονύσου. Ο ανοιχτός κυκλικός χώρος, που λατρευόταν ο θεός, με την πάροδο του χρόνου και την εξέλιξη του διθυράμβου σε δράμα, μετασχηματίστηκε βαθμιαία στη συγκεκριμένη αρχιτεκτονική μορφή του αρχαίου θεάτρου.
Τρία ήταν τα βασικά μέρη του αρχαίου θεάτρου:
ΤΟ ΚΥΡΙΩΣ ΘΕΑΤΡΟ ή ΚΟΙΛΟ
Το κυρίως θέατρο, το μέρος όπου κάθονταν οι θεατές, περιλάμβανε τα εδώλια (καθίσματα), που περιβάλλουν ημικυκλικά την ορχήστρα. Ονομάστηκε κοίλο λόγω του σχήματός τους, επειδή τα εδώλια κτίζονταν αμφιθεατρικά και ακολουθούν την πλαγιά του λόφου, στον οποίο συνήθως κατασκευαζόταν το θέατρο. Ένα ή δύο διαζώματα (πλατείς οριζόντιοι διάδρομοι) χώριζαν το κοίλο σε δύο ή τρεις ζώνες, για να επιτρέπουν την κυκλοφορία των θεατών. Τις σειρές των εδωλίων διέκοπταν κάθετα προς την ορχήστρα, σκάλες από τις οποίες οι θεατές ανέβαιναν στις πιο ψηλές θέσεις. Τα τμήματα των εδωλίων ανάμεσα στις σκάλες λέγονταν κερκίδες.
Η χωρητικότητα των αρχαίων θεάτρων ήταν μεγάλη. Το θέατρο του Διονύσου στην Αθήνα χωρούσε 17.000 θεατές, της Εφέσου 16.000, της Επιδαύρου 14.000.

Η ΟΡΧΗΣΤΡΑ
Ο κυκλικός ή ημικυκλικός χώρος ανάμεσα στο κοίλο και τη σκηνή, όπου «ωρχείτο» (έκανε ρυθμικές κινήσεις) ο χορός, αποτελούσε την ορχήστρα. Όπως φαίνεται από τα θέατρα, που έχουν διασωθεί, η ορχήστρα ήταν λίγο χαμηλότερα από τη σκηνή. Σε ορισμένα θεατρικά έργα φαίνεται ότι ο χορός ανακατευόταν με τους υποκριτές, ιδιαίτερα στις κωμωδίες και το πιο πιθανό είναι ότι υποκριτές και χορευτές αρχικά κινούνταν στο ίδιο επίπεδο. Αργότερα οι υποκριτές χωρίστηκαν από τον χορό και έπαιζαν σε υπερυψωμένο επίπεδο. Η είσοδος του χορού στην ορχήστρα γινόταν από δύο πλάγια περάσματα, τις παρόδους. Στο κέντρο της ορχήστρας βρισκόταν ο βωμός του Διονύσου, η θυμέλη, και πίσω από αυτήν έπαιρναν θέση ο αυλητής και ο υποβολέας.

Η ΣΚΗΝΗ
Η σκηνή, το τρίτο αρχιτεκτονικό μέλος του θεάτρου, εκτεινόταν πίσω από την ορχήστρα. Ήταν ένα απλό επίμηκες παράπηγμα, που έμεινε ξύλινο μέχρι τα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. Προοριζόταν, αρχικά τουλάχιστον, για να φυλάνε οι υποκριτές τα ενδύματα και τα υλικά τους. Εκεί άλλαζαν ρούχα και προσωπείο και περίμεναν τη σειρά τους να εμφανιστούν. Κατά μήκος του τοίχου της σκηνής, προς το μέρος των θεατών, κατασκευάστηκε μια ξύλινη κι αργότερα πέτρινη ή μαρμάρινη εξέδρα (που ύστερα κάλυψε και μέρος της ορχήστρας), στην οποία μιλούσαν κι έπαιζαν οι ηθοποιοί. Ο χώρος αυτός ονομάστηκε λογείο και δεν υπήρχε κατά τους κλασικούς χρόνους.
Ο τοίχος της σκηνής πίσω από το λογείο παρίστανε ό,τι απαιτούσε το διδασκόμενο έργο. Συνήθως απεικόνιζε πρόσοψη ναού ή ανακτόρου με δύο ορόφους. Είχε μια ή τρεις πόρτες, από τις οποίες έβγαιναν στην ορχήστρα τα πρόσωπα του δράματος που βρίσκονταν στα ανάκτορα. Τα πρόσωπα που έρχονταν απέξω και όχι από τα ανάκτορα, έμπαιναν από τις δύο παρόδους.
Στην Αθήνα και στο θέατρο του Διονύσου επικράτησε η συνήθεια: οι εισερχόμενοι από την πόλη ή το λιμάνι έμπαιναν στη σκηνή από τη δεξιά, σε σχέση με τον θεατή, πάροδο, ενώ όσοι έφταναν από τους αγρούς από την αριστερή. Η σύμβαση αυτή ίσως συνδέεται με τα τοπογραφικά δεδομένα της Αθήνας.
Γενικά, ο χώρος του αρχαίου θεάτρου συνδέεται άμεσα με τη θεατρική πράξη, που σημαίνει ότι το δράμα μόνο στον συγκεκριμένο αρχιτεκτονικό χώρο μπορούσε να λειτουργήσει θεατρικά.
Είναι γνωστό ότι με τον θεατρικό χώρο συνδέεται και η σκηνογραφία, όπως και η χρησιμοποίηση μέσων και μεθόδων που εξασφαλίζουν την επιτυχία της θεατρικής σύμβασης.
Τα βασικότερα τεχνικά και μηχανικά μέσα του αρχαίου θεάτρου ήταν οι περίακτοι (δυο ξύλινοι πρισματικοί στύλοι με πίνακες στερεωμένους πάνω τους, που γύριζαν γύρω από άξονα και άλλαζαν, όταν χρειαζόταν, τη σκηνογραφία), το εκκύκλημα (φορείο όπου τοποθετούσαν ομοιώματα νεκρών, γιατί σπάνια έβλεπαν οι θεατές φόνο ή αυτοκτονία), το θεολογείο (είδος εξώστη στη στέγη της σκηνής από όπου μιλούσαν οι θεοί ή οι ημίθεοι), η μηχανή ή αιώρημα (είδος γερανού με καλάθι, που χρησίμευε για να παρουσιάσουν θεούς ή ημίθεους. Είναι γνωστή η φράση: «από μηχανής θεός»), οι χαρώνειες κλίμακες (είδος καταπακτής που επέτρεπε την άνοδο στη σκηνή των νεκρών, όταν το απαιτούσε το σενάριο), το βροντείο (μηχανή που χρησίμευε για να μιμηθούν τη βροντή).

ΟΙ ΔΡΑΜΑΤΙΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ
Οι δραματικοί αγώνες συνδέονται με την αρχαία Αθήνα και ιδιαίτερα με το θέατρο του Διονύσου. Η διεξαγωγή των αγώνων αυτών στον χώρο του Διονύσου άρχισε να γίνεται μετά την οικοδόμηση του ναού προς τιμή του Διονύσου. Διαμορφώθηκε, λοιπόν, η νότια πλευρά της Ακρόπολης, έτσι ώστε να συμπεριλάβει τον χώρο για το κυκλικό λατρευτικό χορό, από τον οποίο προήλθε η ορχήστρα του θεάτρου και τα εδώλια των θεατών. Μετά τους Περσικούς πολέμους κατασκευάστηκαν στον ίδιο χώρο τα ξύλινα καθίσματα (ικρία), που τα χρησιμοποιούσαν ακόμα και στην περίοδο των τριών τραγικών ποιητών και του Αριστοφάνη. Με τον καιρό, άρχισε η αντικατάσταση των ξύλινων εδωλίων με πέτρινα, που ολοκληρώθηκε επί άρχοντος Λυκούργου, γύρω στα 330 π.Χ.
Στο θέατρο Διονύσου οι Αθηναίοι ποιητές παρουσίαζαν κάθε χρόνο τα νέα τους έργα. Έπαιρνε μάλιστα η παράσταση αυτή αγωνιστικό χαρακτήρα, γιατί κατά τη διαδικασία αυτή αναδεικνύονταν και βραβεύονταν τα καλύτερα έργα. Ο χρόνος της διεξαγωγής των αγώνων δεν ήταν τυχαίος. Συνδεόταν με την άνοιξη και συνεπώς με τον οργιαστικό χαρακτήρα της λατρείας του Διονύσου. Παράλληλα, υπήρξαν και άλλοι πρακτικοί λόγοι για την επιλογή του χρόνου. Εκείνη την περίοδο, οι γεωργικές εργασίες ήταν περιορισμένες και ο αγροτικός πληθυσμός πιο ελεύθερος. Άλλωστε, η πολυπληθής παρουσία στην Αθήνα ξένων και συμμάχων, το χρονικό αυτό διάστημα, που έρχονταν για να εκπληρώσουν τις οικονομικές υποχρεώσεις τους, έδινε στην πόλη την ευκαιρία να προβάλει μέσα από τους δραματικούς αγώνες τη δόξα και το μεγαλείο.
Η επιμέλεια και η οργάνωση των Ληναίων ανήκε στη δικαιοδοσία του άρχοντα βασιλιά. Στα Μεγάλα Διονύσια όμως το έργο αυτό είχε ανατεθεί από την Αθηναϊκή Δημοκρατία στον επώνυμο άρχοντα. Αυτός διάλεγε τα έργα των ποιητών που θα διδάσκονταν, τους ηθοποιούς που θα ερμήνευαν τους θεατρικούς ρόλους και αναζητούσε τους εύπορους πολίτες που θα επωμίζονταν τα έξοδα της χορηγίας, όπως λεγόταν η τιμητική αυτή λειτουργία. Ο χορηγός χρηματοδοτούσε και την προετοιμασία του χορού.
Οι κριτές των έργων ήταν δέκα. Εκλέγονταν με κλήρο μέσα στο θέατρο, από ένα πολύ μακρύ κατάλογο Αθηναίων πολιτών, ο οποίος είχε συνταχθεί λίγες μέρες πριν από τον δραματικό αγώνα. Μετά το τέλος των παραστάσεων, ο καθένας έγραφε σε πινακίδα την κρίση του. Τις πινακίδες έριχναν σε κάλπη από την οποία τραβούσαν πέντε. Από αυτές προέκυπτε, ανάλογα με τις ψήφους που έπαιρνε κάθε έργο, το τελικό αποτέλεσμα.
Ο νικητής ποιητής, αλλά και ο χορηγός στεφανώνονταν με κισσό, το ιερό φυτό του Διονύσου. Είχαν το δικαίωμα να φτιάξουν χορηγικό μνημείο στην περίφημη οδό Τριπόδων και στον τρίποδα αναγράφονταν οι συντελεστές της παράστασης. Ένα τέτοιο μνημείο διασώθηκε στην Αθήνα, το «χορηγικό μνημείο του Λυσικράτη» (φανάρι του Διογένη). Παράλληλα τα ονόματα των ποιητών, των πρωταγωνιστών, των χορηγών, οι τίτλοι των δραμάτων και το αποτέλεσμα της κρίσης χαράζονταν σε πλάκες που τις κατέθεταν στο δημόσιο αρχείο. Οι πλάκες αυτές ονομάζονταν διδασκαλίες.
Οι χορευτές, αν και ερασιτέχνες, εισέπρατταν μια στοιχειώδη αποζημίωση. Ακόμα, ο χορηγός εξασφάλιζε τροφή για τους χορευτές και στέγη για τις πρόβες. Τέλος φρόντιζε για χοροδιδάσκαλο κι αυλητή και παράλληλα φρόντιζε για την ενδυμασία των υποκριτών, των χορευτών και των βουβών προσώπων. Η αναζήτηση των ηθοποιών για την ερμηνεία των ρόλων ήταν έργο του κράτους. Στην αρχή, που ο ποιητής ήταν και ηθοποιός, το πρόβλημα δεν ήταν ιδιαίτερα δύσκολο. Όταν όμως οι ηθοποιοί έγιναν τρεις για κάθε έργο και πολλαπλασιάστηκε ο αριθμός των παραστάσεων, το πρόβλημα οξύνθηκε. Βαθμιαία δημιουργήθηκε ολόκληρη συντεχνία ηθοποιών, «οι περί τον Διόνυσο τεχνίτες», στους οποίους αναθέτονταν οι θεατρικοί ρόλοι.

ΟΙ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
α) Ο βασικός συντελεστής της παράστασης ήταν σίγουρα ο ποιητής. Συγκέντρωνε πολλαπλούς ρόλους που έπρεπε να εκπληρώνει στο ακέραιο, για να πετύχει η παράσταση. Ο ποιητής ήταν ο συγγραφέας, ο μουσικοσυνθέτης, ο σκηνοθέτης, ο χορογράφος, ο σκηνογράφος και τουλάχιστον στα πρώτα δράματα και ο ερμηνευτής.
β) Βασικά, η ερμηνεία των ρόλων ανήκε σε επαγγελματίες ηθοποιούς, πολλών από τους οποίους γνωρίζουμε τα ονόματα, όπως του Θεοδώρου, πρωταγωνιστή της Αντιγόνης, ή του γνωστού ρήτορα Αισχίνη.
Στην παράσταση, η εμφάνιση των ηθοποιών ήταν μεγαλοπρεπής. Ο τελετουργικός χαρακτήρας του αρχαίου θεάτρου, αλλά και η ίδια η φύση των ρόλων (ήρωες, θεοί, ημίθεοι, βασιλιάδες) επέβαλαν και την ανάλογη ενδυμασία. Έτσι οι βασιλιάδες και οι βασίλισσες φορούσαν χιτώνες ποδήρεις στολισμένους με ζωηρά χρώματα, όταν ήταν ευτυχισμένοι, και φαιά, όταν έπεφταν σε δυστυχία. Οι θεοί διακρίνονταν από τα σύμβολά τους και οι μάντεις, όπως ο Τειρεσίας, έφεραν μάλλινο ένδυμα (αγρηνόν) πάνω από τον χιτώνα.
Οι ηθοποιοί φορούσαν ψηλά παπούτσια με πολύ χοντρό πέλμα, για να μεγαλώνουν το ανάστημά τους, ώστε να φαίνονται πιο επιβλητικοί και μεγαλοπρεπείς. Αυτά τα παπούτσια, αργότερα, ονομάστηκαν κόθορνοι, ενώ διάφορα παραγεμίσματα κάτω απ’ τα ενδύματα, τους έκαναν μεγαλόσωμους. Το πρόσωπο των ηθοποιών κάλυπτε προσωπίδα, η παρουσία της οποίας συνέχιζε τη διονυσιακή παράδοση, αλλά και παράλληλα διαμόρφωνε τον κατάλληλο για το έργο ανθρώπινο τύπο.
Η χρήση ιδιαίτερα της προσωπίδας οδηγεί τον θεατή πρώτα στην εξιδανίκευση των ηρώων, έπειτα, χάρη στο προσωπείο, απομακρύνεται από την καθημερινότητα και μεταφέρεται σ’ άλλο κόσμο, όπου οι ήρωες δρουν κι υποφέρουν. Έτσι καθορίζεται και ο τρόπος της υποκριτικής του ηθοποιού, ο οποίος πρέπει να χρησιμοποιήσει τη μεγαλύτερη χειρονομία, τη μεγαλόπρεπη στάση. Καθώς μάλιστα το προσωπείο δεν επέτρεπε μορφασμούς, η υποκριτική του στηριζόταν σε κινησιακά και φωνητικά μέσα. Στην αρχαιότητα δεν υπήρχαν γυναίκες ηθοποιοί και έτσι τους γυναικείους ρόλους υποδύονταν άντρες. Οι ηθοποιοί απάγγελλαν τα επικά μέρη του δράματος, με ή χωρίς τη συνοδεία αυλού, ανάλογα με το μέτρο του ποιητικού κειμένου. Πεζά δράματα δεν υπήρχαν στην αρχαιότητα. Ο χορός τραγουδούσε τα λυρικά μέρη του δράματος.
γ) Ο χορός του αρχαίου δράματος, ταυτόχρονα με το τραγούδι, χόρευε με έναν εκφραστικό και μιμητικό τρόπο. Έτσι ο χορός, με το τραγούδι και τις κινήσεις του σώματος των χορευτών, εξέφραζε τα συναισθήματά του. Ο Κάρολος Κουν έγραψε για τον χορό: «Πρωταρχικός παράγοντας του αρχαίου θεάτρου θα είναι πάντοτε ο χορός. Νοηματικά και λεκτικά, ηχητικά και μουσικά, κινησιακά και πλαστικά ο χορός διαμορφώνει το κλίμα του έργου, φωτίζει τους ήρωες και προβάλλει με το πάθος του τα μηνύματα του ποιητή». Συνήθως ο χορός αντιπροσώπευε την κοινή γνώμη.
Ο χορός έμπαινε από τη δεξιά προς τον θεατή πάροδο κατά τα ζυγά (5Χ3) ή κατά στοίχους (3Χ5). Επικεφαλής του χορού, κατά την είσοδό του από την πάροδο, βάδιζε ο αυλητής που με τον ήχο του αυλού συνόδευε την κίνηση και την όρχησή του. Ο χορός τραγουδούσε τις επωδούς[6] ακίνητος. Όμως, με τον ίδιο ήχο και την ίδια όρχηση εκτελούσε τις στροφές[7] από τα αριστερά προς τα δεξιά, ενώ τις αντιστροφές[8] αντίθετα. Το χαρούμενο τραγούδι (υπόρχημα) συνόδευε ζωηρός χορός. Συνήθως το έψαλλαν προς τιμή του Απόλλωνα. Κατά τη διδασκαλία του δράματος ο χορός είχε τα νώτα στραμμένα προς τους θεατές και μόνο ο κορυφαίος συχνά διαλεγόταν με τους ηθοποιούς.
Οι χορευτές ήταν ντυμένοι απλούστερα από τους υποκριτές. Η ενδυμασία τους ήταν ανάλογη προς τα πρόσωπα τα οποία υποδύονταν.
Γενικά, η παράσταση του αρχαίου δράματος προϋπόθετε την αρμονική σύνθεση πολλών υψηλών τεχνών και τη συνεργασία πλήθους ανθρώπων.

ΤΟ ΚΟΙΝΟ
Χιλιάδες Αθηναίοι κατέκλυζαν κάθε χρόνο, την 9η του Ελαφηβολιώνα, το θέατρο του Διονύσου. Άντρες, γυναίκες, παιδιά, μέτοικοι και ξένοι μπορούσαν να λάβουν μέρος στη μεγάλη αυτή λαϊκή γιορτή της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Το κράτος είχε φροντίσει να δώσει από το δημόσιο ταμείο στους άπορους πολίτες το αντίτιμο του εισιτηρίου (θεωρικό). Από την εποχή του Περικλή, τα θεωρικά τα έπαιρναν όλοι οι πολίτες. Ο εργολάβος του θεάτρου (θεατρώνης), που έπαιρνε το εισιτήριο για τις παραστάσεις, υποχρεωνόταν να δώσει ένα ποσό από τις εισπράξεις στο δημόσιο ταμείο και να φροντίζει για την καλή κατάσταση του θεάτρου και των σκευών του.
Ειδικοί υπάλληλοι του κράτους, οι ραβδούχοι, εφοδιασμένοι με ραβδιά, φρόντιζαν να τηρηθεί η τάξη και όλο αυτό το πλήθος να τακτοποιηθεί στις θέσεις του. Τις πρώτες θέσεις, τις προεδρίες, καταλάμβαναν οι άρχοντες, ενώ η κεντρικότερη και πιο επίσημη έδρα προοριζόταν για τον ιερέα του Διονύσου.
Οι θεατές περνούσαν στο θέατρο ολόκληρη την ημέρα. Γι’ αυτό έφερναν μαζί τους και τα ανάλογα εφόδια. Οι παραστάσεις άρχιζαν μετά τις επίσημες τελετές. Οι μύθοι ήταν γνωστοί. Άλλαζε μόνο η μουσική, η ερμηνεία, η φιλοσοφία του έργου. Άλλωστε από τον προάγωνα, μια διαδικασία που γινόταν παραμονές των γιορτών στο ωδείο (στεγασμένο θέατρο), οι ποιητές παρουσίαζαν στο θεατρικό κοινό τους συντελεστές της παράστασης και το ενημέρωναν για το περιεχόμενο των έργων που θα παρακολουθούσαν.
Στον αρχαίο κόσμο, κανένα άλλο κοινό δεν ήταν τόσο ενημερωμένο και δεν ένιωθε τόσο καλά τις παραστάσεις, όσο το αθηναϊκό. Οι θεατές χειροκροτούσαν και επευφημούσαν, αλλά και δε δίσταζαν να σφυρίζουν και να αποδοκιμάζουν το έργο, όταν αγανακτούσαν. Ο ρήτορας Αισχίνης αντιμετώπισε μια τέτοια έκρηξη του κοινού ως τριταγωνιστής. Για τρεις ημέρες το αθηναϊκό κοινό ζούσε την ένταση των δραματικών αγώνων και στο τέλος της τρίτης μέρας μάθαινε το αποτέλεσμα.

ΟΙ ΠΡΟΔΡΟΜΟΙ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΤΡΑΓΙΚΩΝ
α) Πριν από τους τρεις μεγάλους, υπήρξαν αξιόλογοι τραγικοί ποιητές, για τους οποίους πολύ λίγα γνωρίζουμε. Πρώτος αναφέρεται ο Θέσπης, που εισήγαγε τον πρώτο υποκριτή και χρησιμοποίησε ως μέσα μεταμφίεσης των ηθοποιών, εκτός από την τρυγία, και το ψιμύθιο (άσπρη βαριά σκόνη, πούδρα από ανθρακικό μόλυβδο). Αργότερα αντικατέστησε τα παλιότερα από φύλλα ή φλοιό προσωπεία (μάσκες) με άλλα από λινό ύφασμα, επιχρισμένο με γύψο. Επίσης, αντικατέστησε το τροχαϊκό τετράμετρο των διαλογικών μερών με το ιαμβικό τρίμετρο.
β) Μετά από τον Θέσπη, ο μαθητής του Χοιρίλος ο Αθηναίος εισήγαγε τη λαμπρή αμφίεση των υποκριτών και τελειοποίησε τα προσωπεία, ενώ ο Πρατίνος ο Φλειούσιος ήταν ο εφευρέτης του σατυρικού δράματος.
γ) Σημαντική ήταν η προσφορά του Φρύνιχου του Αθηναίου, μαθητή του Θέσπη. Εκτός από τα γυναικεία πρόσωπα που εισήγαγε, συνέθεσε τραγωδίες με υποθέσεις εμπνευσμένες από σύγχρονα ιστορικά γεγονότα και όχι από μύθους. Τουλάχιστον δύο τραγωδίες του έχουν υπόθεση από τους Περσικούς πολέμους. Η πρώτη, «Μιλήτου άλωσις», έχει σαν θέμα την καταστροφή της Μιλήτου, το 494 π.Χ., από τους Πέρσες. Κατά τον Ηρόδοτο, οι Αθηναίοι επέβαλαν πρόστιμο 1.000 δραχμών στον ποιητή, γιατί τους θύμισε οικεία κακά και απαγόρευσαν την επανάληψη του έργου. Με τις «Φοίνισσες», το 476 π.Χ., κέρδισε την πρώτη του νίκη. Το θέμα της ήταν ο αντίκτυπος στην Περσία της νίκης των Ελλήνων στη Σαλαμίνα.
Όλα τα έργα των ποιητών αυτών έχουν χαθεί, εκτός από λίγα αποσπάσματα.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Ο πρώτος τραγουδιστής που άρχιζε το τραγούδι και το επαναλάμβανε ο χορός.
[2] Κατά τον Αριστοτέλη, η αισθητική αρχή που αποτελεί κριτήριο επιτυχίας του τραγικού μύθου είναι το «κατά εικός και το αναγκαίο». Αυτό σημαίνει ότι η μορφή, η πλοκή και η σύνθεση της τραγωδίας πρέπει να είναι στοιχεία φυσικά, εύλογα, λογικά, αληθοφανή (εικός) και να συμφωνούν με την αισθητική και την ηθική αναγκαιότητα (αναγκαίο).
[3] Μια άστοχη ενέργεια του τραγικού ήρωα. Ο όρος «αμαρτία» στην «Ποιητική» του Αριστοτέλη δηλώνει το διανοητικό λάθος και όχι την ηθική παρεκτροπή. Αυτό όμως μπορεί να οδηγεί σε παράβαση του ηθικού νόμου.
[4] Οι τρεις ενότητες της τραγωδίας, δηλαδή τα μορφικά στοιχεία της τραγωδίας στα οποία περιορίζεται η δράση σε τόπο και χρόνο, είναι: η ενότητα της υπόθεσης (μύθου), η ενότητα του χρόνου και η ενότητα του τόπου.
[5] Τα μέτρα της αρχαίας ελληνικής ποίησης στηρίζονται στην εναλλαγή της μακρόχρονης και βραχύχρονης συλλαβής και είναι διάφορα. Δύο από αυτά είναι το ιαμβικό (υ-) τρίμετρο και το τροχαϊκό (-υ) τετράμετρο που έχουν της εξής μορφή:
Ιαμβικό τρίμετρο: υ-, υ-/υ-,υ-/υ-,υ- (συνήθως ισχύει στη μορφή: χ-υ-/χ-υ-/χ-υ-) π.χ. ος ουδεπώ/ποτ’ είπεν άνθ/ρακας πρίω.
Τροχαϊκό τετράμετρο: -υ,-υ/-υ.-υ/-υ,-υ/-υ- π.χ. Θυμέ, θυμ’ α/μηχάνοισι/κήδεσιν κυ/κώμενε.
[6] Ποιητική στροφή που ακολουθεί μετά από τις στροφές και τις αντιστροφές στα χορικά.
[7] Ένα σύστημα στίχων που ενώνονταν με νοηματική, συνήθως, αυτοτέλεια. Τη στροφή τραγουδούσε το α' ημιχόριο.
[8] Σύστημα στίχων που ακολουθεί κι αντιστοιχεί στη στροφή. Την αντιστροφή τραγουδούσε το β' ημιχόριο.

12/8/11

Οδυσσέας

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Η ιστορία του Οδυσσέα, βασιλιά της Ιθάκης, δεν είναι όπως οι ιστορίες των άλλων μυθολογικών ηρώων. Δεν είναι θεός με ιδιαίτερες υπερδυνάμεις. Ο χαρακτήρας του είναι όπως αυτός ενός συνηθισμένου ανθρώπου, που προσπαθεί να επιστρέψει στο σπίτι του μετά από ένα δεκαετή πόλεμο, στη σύζυγο που αγαπάει και στο παιδί του. Το δρόμο του εμποδίζουν αιμοδιψή τέρατα, γοητευτικές πλανεύτρες, ύπουλες θάλασσες και θυμωμένοι θεοί. Αυτό είναι η ιστορία του Οδυσσέα, η επική περιπέτεια ενός από τους πιο μεγάλους μυθικούς ήρωες όλων των εποχών. Για μας είναι μύθος, αλλά για τους αρχαίους ήταν πραγματικότητα. Αυτή είναι η πραγματική ιστορία της Οδύσσειας, όπως ειπώθηκε αρχικά.
Αλλά η Οδύσσεια δεν είναι μόνον η επιστροφή στο σπίτι, είναι ένας αγώνας ενάντια στο χρόνο. Ενώ ο Οδυσσέας μάχεται με τον κίνδυνο στα πελάγη, η γυναίκα του, η Πηνελόπη, περιμένει με αγωνία την επιστροφή του και αναρωτιέται αν έχει γίνει χήρα ενός ναυτικού. Στο μεταξύ, μια άγρια ομάδα μνηστήρων, η αριστοκρατία της περιοχής, την πιέζει να ξεχάσει τον άνδρα της και να παντρευτεί ξανά, καθώς όλοι τη θεωρούσαν χήρα. Της λένε: «Ο Οδυσσέας δεν επιστρέφει. Δεν γνωρίζουμε τι του συνέβη, αλλά δεν θα επιστρέψει. Πρέπει να αποφασίσουμε ποιος θα γίνει βασιλιάς στη θέση του». Σύμφωνα με το έθιμο, όποιος κερδίσει τη βασίλισσα, θα κερδίσει και τον θρόνο. Αν ο Οδυσσέας δεν επιστρέψει στο σπίτι του εγκαίρως, θα χάσει την οικογένειά του και το βασίλειό του.
Η προσπάθεια του Οδυσσέα να γυρίσει σπίτι του εγκαίρως είναι το κεντρικό θέμα της Οδύσσειας. Αυτός ο επικός μύθος ήταν το πιο διάσημο έργο του Έλληνα συγγραφέα, του Ομήρου. Και για τους αρχαίους ήταν κάτι περισσότερο από μια διασκεδαστική και φανταστική ιστορία. Ήταν ένας οδηγός επιβίωσης σ’ έναν επικίνδυνο κόσμο.
Για να κατανοήσουν τον κόσμο, οι άνθρωποι έπρεπε να λένε ιστορίες. Έτσι οι Έλληνες είχαν τους μύθους. Μέσα σ’ αυτούς υπάρχουν απίστευτα ανθρώπινοι χαρακτήρες, που περνούν απίστευτα ανθρώπινες συγκινήσεις.
Οι περιπέτειες του Οδυσσέα στη θάλασσα απεικονίζουν το πώς έβλεπαν οι Έλληνες τον άγνωστο κόσμο πέρα από τις ακτές τους. Ο μύθος γράφτηκε σε μια εποχή που η επικράτειά τους άρχισε να επεκτείνεται πέρα από τη θάλασσα.
Ο Οδυσσέας αντιπροσωπεύει κάποιον που είναι το γνήσιο πρότυπο του Έλληνα. Η Ελλάδα την εποχή εκείνη ήταν μια πολύ φτωχή χώρα. Ένας βραχώδης τόπος που περιβάλλεται από θάλασσα. Έτσι οι άνθρωποι έπρεπε να κάνουν την τύχη τους με την τόλμη τους. Ήταν ο μόνος τρόπος για να τα καταφέρετε στην αρχαία Ελλάδα.

ΣΤΟΥΣ ΚΥΚΛΩΠΕΣ
Στον μύθο, το ηρωικό ταξίδι της επιστροφής του Οδυσσέα άρχισε με την αναχώρησή του από την Τροία, όπου είχε περάσει δέκα χρόνια πολεμώντας στον Τρωικό πόλεμο. Είχε την ελπίδα ότι η επιστροφή του στο νησί του, την Ιθάκη, θα ήταν γρήγορη και ανώδυνη. Αλλά, για τον ίδιο και τους στρατιώτες του, μετατράπηκε σ’ ένα ταξίδι στην κόλαση.
Σε μια στάση τους για προμήθειες, μετά από αρκετές εβδομάδες περιπλάνησης στη θάλασσα, ο Οδυσσέας μόλις που γλύτωσε τον θάνατο από έναν ανθρωποφάγο Κύκλωπα, μόνο και μόνο για να επισύρει την οργή του πατέρα του τέρατος, του ισχυρού θεού της θάλασσας, του Ποσειδώνα.
Όταν επιτέθηκε και τύφλωσε το γιο ενός θεού, έκανε ένα διπλό λάθος. Πρώτον, θύμωσε ένα θεό και δεύτερον, ενώ πλέει για το σπίτι του, εξόργισε τον θεό της θάλασσας! Και αυτή η οργή λειτουργεί εναντίον του Οδυσσέα σε όλο το υπόλοιπο ταξίδι του. Ο Ποσειδώνας, ένας από τους πιο ισχυρούς θεούς, έχει προσωπική αντιπάθεια προς τον Οδυσσέα. Τώρα ο Οδυσσέας είναι τελείως εκτός πορείας και ταξιδεύει για μήνες σ’ ένα ταξίδι που θα έπρεπε να του είχε πάρει λίγες εβδομάδες. Δεν γνωρίζει ότι θα του πάρει χρόνια. Αλλά ο Οδυσσέας δεν είναι από αυτούς που τα εγκαταλείπουν όταν αντιμετωπίζουν δυσκολίες.
Μπορεί να πέσει, όπως κι εμείς ή και χειρότερα από εμάς, αλλά πάντα επανέρχεται, πάντα βρίσκει τον τρόπο. Κι αυτό διαμορφώνει την επιθυμία όλων μας να τα καταφέρουμε, να επιμείνουμε. Είναι μόνον ένας άνθρωπος ενάντια σε όλες τις πιθανότητες, ενάντια στους θεούς και πρέπει να τα καταφέρει μόνο με την πονηριά του.

ΣΤΟ ΝΗΣΙ ΤΗΣ ΚΙΡΚΗΣ
Απελπισμένος και για να ξεφύγει από τις θυελλώδεις θάλασσες του Ποσειδώνα, ο ήρωας και οι άνδρες του βγαίνουν στην ξηρά, σε μια ακτή γεμάτη τρόφιμα. Ο Οδυσσέας στέλνει μια ομάδα ανιχνευτών για εξερεύνηση, ενώ ο ίδιος μένει στην ακτή. Οι άνδρες ανακαλύπτουν ένα πέτρινο παλάτι περικυκλωμένο από λύκους και λιοντάρια. Εκεί συναντούν την όμορφη μάγισσα Κίρκη. Γι’ αυτούς τους Έλληνες πολεμιστές, που έχουν μείνει στη θάλασσα για τέσσερις μήνες, η Κίρκη είναι ένα θέμα που τους ενθουσιάζει. Το ίδιο και οι υπηρέτριές της. Η Κίρκη προσκαλεί τους άνδρες στο σπίτι της για να απολαύσουν μια πολυτελή γιορτή με τρόφιμα και σάρκα. Η Κίρκη συμβολίζει το τι συμβαίνει όταν οι άνδρες χάνουν το δρόμο τους, όχι από ναρκωτικά, αλλά από το σεξ.
Και τι συμβαίνει στους άνδρες που γυρίζουν στο σπίτι τους και συναντούν προκλητικές γυναίκες με μεγάλη δύναμη, που μπορούν να τους κάνουν ευτυχισμένους και να τους δώσουν ό,τι θέλουν; Οι άνδρες αυτοί γίνονται γουρούνια. Καθώς οι άνδρες του Οδυσσέα παραδίνονται στις απολαύσεις των ορέξεων, η μάγισσα τους διδάσκει ένα σκληρό μάθημα. Τους μεταμορφώνει σε γουρούνια. Αλλά ένας άνδρας καταφέρνει να ξεφύγει από τα μάγια της Κίρκης και επιστρέφει για να προειδοποιήσει τον Οδυσσέα.
Αυτός, χωρίς δισταγμό, ξεκινάει για να αντιμετωπίσει τη θεά. Έχει την αισιοδοξία για το πώς είναι τα πράγματα. Έχει την ιδέα ότι οποιαδήποτε πρόκληση και αν βρεθεί στο δρόμο του, αυτός μπορεί να τη νικήσει. Και ποτέ δεν υποχωρεί.
Σύμφωνα με τον μύθο, στο δρόμο για το παλάτι της Κίρκης, όπου οι άνδρες του έχουν μεταμορφωθεί σε γουρούνια, ο Οδυσσέας συναντά έναν πολύτιμο σύμμαχο, τον αρχαίο Έλληνα θεό αγγελιαφόρο, τον Ερμή.
Είναι ο θεός που τον στέλνουν συνήθως από τον Όλυμπο στη Γη για να εκτελέσει διάφορα θελήματα. Τον έστειλαν στον Οδυσσέα μ’ ένα βότανο που λέγεται «μώλυ» και είχε μαγικές ιδιότητες. Το δίνει στον Οδυσσέα κι αυτός το παίρνει και έτσι δεν επηρεάζεται από τις δυνάμεις της Κίρκης. Με τη δύναμη του βότανου να τον προστατεύει, ο Οδυσσέας μπαίνει με θάρρος στο παλάτι της Κίρκης. Η Κίρκη προσπαθεί να τον μεταμορφώσει σε γουρούνι, αλλά αποτυγχάνει. Έτσι αλλάζει τακτική: Τον δελεάζει στην κρεβατοκάμαρά της, αλλά ο Οδυσσέας το παίζει δύσκολος.
Ο Οδυσσέας απαντάει: «Όχι τόσο γρήγορα! Πριν συμφωνήσω σε κάτι τέτοιο, πρέπει να ξανακάνεις τους άνδρες μου ανθρώπους και να μου υποσχεθείς ότι δεν θα ξανακάνεις τέτοια κόλπα, δεν θα μεταμορφώσεις ξανά κανέναν από εμάς σε ζώο». Η Κίρκη συμφωνεί με τους όρους αυτούς. Έτσι ο Οδυσσέας μπαίνει στο εσωτερικό ιερό της ερωτικής θεάς και δεν βγαίνει για έναν ολόκληρο χρόνο.
Αυτό σε μας φαίνεται σαν εξωσυζυγική σχέση. Ο Όμηρος, όμως, με κανέναν τρόπο δεν φαίνεται να θεωρεί ότι αυτό αποτελεί πρόβλημα. Ίσως αυτό να σχετίζεται με τα διπλά πρότυπα της ελληνικής κοινωνίας, δηλαδή, οι γυναίκες έπρεπε να είναι αγνές και πιστές, να μην επιδιώκουν και να μην απολαμβάνουν ιδιαίτερα τις σεξουαλικές σχέσεις, ενώ οι άνδρες μπορούσαν να βγουν και να κάνουν πολλές διαφορετικές εξωσυζυγικές σχέσεις, χωρίς αυτό να θεωρείται λάθος.
Μετά από ένα χρόνο, ο Οδυσσέας αποφασίζει ότι φτάνει πια. Είχε την περιπέτειά του, αλλά η καρδιά του είναι με τη γυναίκα του, την Πηνελόπη, και γι’ αυτό πρέπει να επιστρέψει σπίτι του.
Νομίζω ότι στο σημείο αυτό η Οδύσσεια προσπαθεί να μας δείξει κάτι για τον Οδυσσέα. Είναι ένας άνδρας, όπως όλοι οι άλλοι. Θα έπρεπε να προσπαθήσει να γυρίσει σπίτι του. Το οφείλει στην Πηνελόπη έναν σύζυγο και στην Ιθάκη έναν βασιλιά και όσο περισσότερο μένει με την Κίρκη, τόσο περισσότερο τους αρνείται αυτά που τους οφείλει. Πριν όμως μπορέσει να σαλπάρει για την Ιθάκη, πρέπει να κάνει μια ακόμα παράκαμψη και να επισκεφτεί ένα μέρος που δεν είναι πάνω στον χάρτη, αλλά κάτω από αυτόν. Τον Κάτω Κόσμο των νεκρών. Είναι ένα οδυνηρό κεφάλαιο στο ταξίδι του Οδυσσέα.

ΣΤΟΝ ΚΑΤΩ ΚΟΣΜΟ
Ο Οδυσσέας, ο μυθικός ήρωας της Οδύσσειας του Ομήρου, είναι μακριά από την οικογένειά του και το βασίλειό του για δώδεκα σχεδόν χρόνια. Πέρασε μια δεκαετία πολεμώντας στον Τρωικό πόλεμο και έναν ολόκληρο χρόνο στην κρεβατοκάμαρα της Κίρκης, της ερωτικής θεάς. Τώρα γνωρίζει ότι έχει έρθει ο καιρός να συνεχίσει και να γυρίσει στο σπίτι του. Η Κίρκη δίνει τη συγκατάθεσή της για την αναχώρησή του, αλλά του δίνει μια δυσοίωνη προειδοποίηση: Για να νικήσει την κατάρα του θεού της θάλασσας, του Ποσειδώνα, και να φτάσει στο σπίτι του, θα χρειαστεί οδηγίες από τον τυφλό μάντη Τειρεσία. Μόνο που υπάρχει ένα πρόβλημα: Ο Τειρεσίας είναι νεκρός. Ο Οδυσσέας πρέπει να κάνει μια απρόσμενη επίσκεψη στον Κάτω Κόσμο του Άδη.
Νομίζει ότι πηγαίνει σπίτι, αλλά τελικά πηγαίνει κάπου που δεν περίμενε ότι θα πήγαινε. Πηγαίνει στην κόλαση. Ο Οδυσσέας τρομάζει με τη σκέψη αυτή. Δεν υπήρξε άνθρωπος (εκτός από τον Ηρακλή) που να πήγε στον Άδη και να επέζησε.
Ο Οδυσσέας δεν έχει άλλη επιλογή. Η δύναμη του Ποσειδώνα στη θάλασσα είναι ισχυρή και ο Οδυσσέας δεν θα πάει πουθενά σύντομα. Αν ελπίζει να κερδίσει ξανά την οικογένειά του και το βασίλειό του, πρέπει να αναζητήσει τον Τειρεσία στον Κάτω Κόσμο. Ο Κάτω Κόσμος για τους αρχαίους Έλληνες χαρακτηρίζεται κυρίως από την ύπαρξη ομίχλης και κρύου. Δεν είναι ένας δυσάρεστος τόπος, αλλά μια γκρίζα περιοχή, στην οποία είναι δύσκολο να δεις, έχει ομίχλη, είναι σκοτεινή και βρίσκεται πάρα πολύ μακριά.
Ο Οδυσσέας κάνει μια οδυνηρή κάθοδο στον Άδη. Οι αγωνιώδεις κραυγές των χαμένων ψυχών αντηχούν από όλες τις πλευρές. Καθώς περνάει τις πύλες του Άδη έρχεται αντιμέτωπος με τον μάντη Τειρεσία, ο οποίος του λέει ότι αυτός και οι άνδρες του μπορούν να νικήσουν την οργή του Ποσειδώνα και να επιστρέψουν σπίτι τους, αν ακολουθήσουν τις οδηγίες του.
Ο Τειρεσίας του δίνει πολύ συγκεκριμένες συμβουλές: «Προ πάντων μη φάτε τα βόδια του θεού Ηλίου. Ό,τι και αν κάνετε, μη φάτε αυτά τα βόδια». Είναι μια συμβουλή που θα στραφεί και θα στοιχειώσει τον Οδυσσέα. Καθώς οι ψυχές των νεκρών αρχίζουν να τον περικυκλώνουν, ο Οδυσσέας ξεφεύγει από τον Κάτω Κόσμο, πιο αποφασισμένος από ποτέ να γυρίσει σπίτι του. Έκανε αυτό που κανένας θνητός δεν θα μπορούσε να κάνει: επέζησε από ένα ταξίδι στον Άδη.
Καθώς ο μύθος συνεχίζεται, ο Οδυσσέας φεύγει από τον Άδη και ανοίγει πανιά για την Ιθάκη. Τελικά βρίσκεται και πάλι καθ’ οδόν προς το σπίτι του. Αλλά στην πορεία του κρύβεται ένα ακόμα εμπόδιο: το νησί των Σειρήνων.

ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΩΝ ΣΕΙΡΗΝΩΝ
Οι Σειρήνες είναι πλάσματα που τραγουδάνε τόσο όμορφα, ώστε σας βγάζουν από την πορεία σας και ναυαγείτε. Ο Οδυσσέας ξέρει ότι πλησιάζει το νησί τους και διατάζει τους άνδρες του να καλύψουν τα αυτιά τους με κερί μέλισσας, για να τους εμποδίσει να ακούσουν το τραγούδι των Σειρήνων. Ο Οδυσσέας, όμως, άνθρωπος με ακόρεστη περιέργεια, εξαιρεί τον εαυτό του από τον κανόνα που ο ίδιος έθεσε. Βάζει το πλήρωμα να τον δέσει στο κατάρτι του πλοίου. Έτσι, μπορεί να ακούσει τις Σειρήνες, χωρίς να οδηγήσει το πλοίο του στις βραχώδεις ακτές του νησιού.
Καθώς περνούν από το νησί φωνάζει: «Λύστε με, λύστε με!», αλλά δεν μπορούν να τον ακούσουν. Με τον τρόπο αυτόν ακούει το τραγούδι των σειρήνων. Είναι ο μόνος άνθρωπος που το έκανε και επέζησε. Βλέπουμε τους αρχαίους να απεικονίζουν αυτήν τη σκηνή ξανά και ξανά, ζωγραφίζοντάς την στο ένα αγγείο μετά το άλλο. Ο σκοπός τους ήταν να δείξουν το τι σημαίνει ιδανικός άνδρας: να κάνει οτιδήποτε χρειάζεται για να μάθει κάτι καινούργιο.
Η συνάντηση του Οδυσσέα με τις Σειρήνες είναι μια από τις πιο γνωστές ιστορίες της Μυθολογίας. Αλλά καινούργια στοιχεία δείχνουν ότι το τραγούδι των Σειρήνων ίσως να είναι κάτι περισσότερο από ένας μύθος.

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ
Τα ιταλικά νησιά Li Galli, παραδοσιακά αναφέρονται σαν η τοποθεσία της ιστορίας αυτής. Πριν από αιώνες ονομάζονταν Le Sirenuse, τα «νησιά των Σειρήνων». Το 2004 μια ομάδα Γερμανών επιστημόνων ξεκίνησε να ερευνήσει τη σχέση τους με την Οδύσσεια και έκανε μια εκπληκτική ανακάλυψη.
Αυτό που η γερμανική ομάδα βρήκε πάνω στο νησί αυτό είναι ότι υπήρχε ένας φυσικός σχηματισμός βράχων που λειτουργούσε σαν ένα είδος φυσικού μεγάφωνου. Αν μια πηγή ήχου τύχαινε να βρίσκεται εκεί, τα ηχητικά κύματα θα χτυπούσαν πάνω στα βράχια, που θα τα ενίσχυαν και θα τα έστελναν μακριά από την ακτή.
Αλλά ακόμα και με αυτό το ενσωματωμένο μεγάφωνο, οι ανθρώπινες φωνές είναι αδύνατον να ακουστούν μακριά από την ακτή. Συνεπώς, τι θα μπορούσε να κάνει έναν τόσο δυνατό ήχο; Οι φώκιες. Πριν από αιώνες υπήρχαν σε όλη τη Μεσόγειο, συμπεριλαμβανομένων και των νησιών Li Galli.
Η ομάδα των Γερμανών κατάφερε να δείξει ότι ο ήχος των κραυγών τους θα μπορούσε πραγματικά να ακουστεί αρκετά καθαρά μακριά από την ακτή. Θα μπορούσε άραγε να ήταν αυτή η φωνή που παρέσερνε τους ναυτικούς σ’ έναν βραχώδη τάφο;
Ο Οδυσσέας επέζησε από την επαφή του με τις Σειρήνες, αλλά μια ακόμα πιο θανατηφόρα πρόκληση τον περιμένει στην πορεία του. Για να φτάσει στην Ιθάκη πρέπει να αντιμετωπίσει δυο από τις πιο τρομακτικές απειλές. Μερικοί ερευνητές θεωρούν ότι αυτοί οι κίνδυνοι ήταν πραγματικοί και ότι μπορεί ακόμα να υπάρχουν εκεί έξω.

Η ΠΟΝΗΡΙΑ ΤΗΣ ΠΗΝΕΛΟΠΗΣ
Η πονηριά του Οδυσσέα τον βοήθησε να επιζήσει από μια σειρά από θανατηφόρα εμπόδια στη θάλασσα. Αλλά δεν είναι ο μόνος που χρησιμοποιεί την εξυπνάδα του. Εκατοντάδες μίλια μακριά, στο βασίλειό του στην Ιθάκη, η γυναίκα του κρατά τους μνηστήρες σε απόσταση μ’ ένα έξυπνο δικό της τέχνασμα. Υπόσχεται ότι θα παντρευτεί έναν από αυτούς, αμέσως μόλις τελειώσει ένα σάβανο για τον πατέρα του Οδυσσέα. Αλλά κάθε νύχτα ξηλώνει αυτό που έχει υφάνει στη διάρκεια της ημέρας. Το τέχνασμα αυτό της εξασφάλιζε χρόνο για αρκετό διάστημα.
Όπως ακριβώς ο Οδυσσέας χαρακτηρίζεται για την πανουργία του, την εξυπνάδα του και τη δυνατότητά του να υφαίνει πλοκές και σχέδια, έτσι και η Πηνελόπη μπορεί να υφαίνει πλοκές και σχέδια. Η Πηνελόπη κάνει ό,τι μπορεί για να παραμείνει αισιόδοξη, αλλά δεν ξέρει τι απέγινε ο άνδρας της. Δεν έχει ιδέα για το αν ο Οδυσσέας είναι ακόμα ζωντανός και αν είναι, τότε βρίσκεται άραγε στο δρόμο της επιστροφής ή μήπως αποφάσισε να πάει κάπου αλλού; Είναι μια φοβερή κατάσταση αβεβαιότητας.

Η ΣΚΥΛΑ ΚΑΙ ΧΑΡΥΒΔΗ
Στο μεταξύ, ένα τρομερό σύνολο νέων εμποδίων στέκεται ανάμεσα στον Οδυσσέα και στο σπίτι του. Τώρα πρέπει να διαλέξει ανάμεσα σε δυο θανάσιμες διαδρομές. Η πρώτη περνάει μέσα από τις Συμπληγάδες Πέτρες, τεράστιους βράχους που συντρίβουν πλοία. Ο δεύτερος δρόμος περνά μέσα από ένα στενό πορθμό, που από τη μια μεριά έχει ένα ανθρωποφάγο θαλάσσιο τέρας, που λέγεται Σκύλα, και από την άλλη μεριά μια τεράστια δίνη, τη Χάρυβδη.
Η Σκύλα είναι ένα τρομακτικό θαλάσσιο τέρας με πολλά κεφάλια και πολλά μάτια. Αυτό το τρομακτικό πλάσμα είναι σίγουρο ότι θα αρπάξει έξι από τους άνδρες του και θα τους φάει. Απέναντι από τη Σκύλο είναι η Χάρυβδη, μια τεράστια δίνη που στροβιλίζεται, ρουφά μέσα της οτιδήποτε υπάρχει σε κοντινή απόσταση και μετά το ξαναβγάζει. Αν ο Οδυσσέας την πλησιάσει, κινδυνεύει να αναποδογυρίσει ολόκληρο το πλοίο του και να το ρουφήξει στον πάτο της θάλασσας. Ο Οδυσσέας είναι κυριολεκτικά παγιδευμένος ανάμεσα στη Σκύλα και στη Χάρυβδη. Προφανώς, από εδώ δημιουργήθηκε η γνωστή έκφραση. Διατάζει τους άνδρες του να αποφύγουν τις «Συμπληγάδες Πέτρες» και πλέουν προς το δύσκολο σημείο: το στενό της Σκύλας και της Χάρυβδης.
Εκεί ο Οδυσσέας αντιμετωπίζει δυο τραγικές επιλογές: θάνατος για μερικούς ή θάνατος για όλους. Συνειδητοποιεί μ’ έναν ψυχρό υπολογιστικό τρόπο ότι το να χάσει ολόκληρο το πλοίο του θα ήταν χειρότερη έκβαση από το να χάσει μερικούς άνδρες του. Έτσι αποφασίζει εκούσια να οδηγήσει το πλοίο πιο κοντά στη Σκύλα.
Εδώ, φυσικά, υπάρχει ένα μάθημα και αυτό είναι ότι ακόμα και ο πιο ευγενικός και προστατευτικός διοικητής μερικές φορές πρέπει να είναι πρόθυμος να θυσιάσει μερικούς από τους άνδρες του προκειμένου να εκπληρωθεί η αποστολή του.
Καθώς μπαίνουν στο στενό, ο ουρανός σκοτεινιάζει. Ξαφνικά πολλαπλά κύματα εμφανίζονται από το πουθενά. Ο Οδυσσέας οδηγεί το πλοίο μακριά από τη Χάρυβδη. Καθώς περνά από κοντά της, βλέπει τη γιγάντια δίνη να ρουφά τη θάλασσα, καταπίνοντας οτιδήποτε βρίσκεται κοντά της. Ξαφνικά, από την αντίθετη μεριά του πλοίου, χτυπά η Σκύλα. Αρπάζει έξι άνδρες από το κατάστρωμα του πλοίου και τους καταπίνει ζωντανούς.
Ο Οδυσσέας περιγράφει αυτή τη στιγμή σαν τη χειρότερη του ταξιδιού του. Οι άνδρες που βρίσκονται στα στόματα αυτού του φοβερού πλάσματος φωνάζουν το όνομά του: «Οδυσσέα, βοήθα μας! Βοήθα μας!» Και εκείνος, όχι μόνο δεν μπορεί, αλλά γνωρίζει ότι οι άνδρες αυτοί πεθαίνουν εξαιτίας της δικής του απόφασης.

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΑΝΑΚΑΛΥΨΕΙΣ
Για αιώνες οι μελετητές της Οδύσσειας προβληματίζονταν για το τι ήταν αυτό που είχε εμπνεύσει στον Όμηρο την τερατώδη Σκύλα. Τελικά στα μέσα του 1800, κουφάρια από τεράστια κήτη εξόκειλαν σε ακτές σε όλη την υδρόγειο. Αυτή ήταν η απάντηση: γιγάντια καλαμάρια. Μέσα σε μια νύχτα η μυθιστοριογραφία έγινε γεγονός.
Ένα γιγάντιο καλαμάρι είναι ένα πλάσμα τόσο μεγάλο όσο ένα σχολικό λεωφορείο. Τώρα, φανταστείτε πόσο μεγάλο πρέπει να φαινόταν ένα γιγάντιο καλαμάρι στους ναυτικούς, των οποίων τα πλοία είχαν μήκος μερικές δεκάδες πόδια. Βασιζόταν άραγε η περιγραφή της Σκύλας σε πραγματική εμφάνιση γιγάντιου καλαμαριού; Και τι ήταν ο γείτονάς της, η δίνη Χάρυβδη; Οι σύγχρονοι ωκεανογράφοι έχουν ανακαλύψει μια γιγάντια ζώνη από δίνες, που ταιριάζει με την περιγραφή της Χάρυβδης, στο στενό πορθμό της Μεσσήνης, ανάμεσα στην Ιταλία και τη Σικελία.
Στο βορρά υπάρχει το Τυρρηνικό πέλαγος, στο νότο το Ιόνιο πέλαγος. Τα νερά του Τυρρηνικού και του Ιονίου πελάγους είναι διαφορετικά. Κατά συνέπεια, η κίνηση των νερών μπρος-πίσω, μέσα από αυτά τα στενά, προκαλεί μεγάλη ανάδευση και σχηματίζονται τεράστιες δίνες και επικίνδυνες παλίρροιες. Μόλις που μπορούμε να φανταστούμε το πόσο ισχυρές πρέπει να ήταν στην αρχαιότητα, ειδικά για τους ναυτικούς που περνούσαν μέσα από τα στενά αυτά.
Γιγάντια καλαμάρια, επικίνδυνες δίνες, δυο πραγματικές απειλές που αντιμετώπιζαν οι αρχαίοι ναυτικοί. Θα μπορούσαν άραγε να ενέπνευσαν το υπόβαθρο γι’ αυτό το κεφάλαιο της Οδύσσειας;

ΤΑ ΒΟΔΙΑ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ
Στον μύθο, ο Οδυσσέας μόλις είδε έξι από τους άνδρες του να ξεσχίζονται από τη Σκύλα. Όταν το πλοίο του είναι ασφαλές, υποχωρεί στην απαίτηση του σοκαρισμένου πληρώματός του για ξεκούραση. Παρά την προειδοποίηση του μάντη Τειρεσία, να μείνει μακριά από τα βόδια του θεού Ήλιου, συμφωνεί να βγουν στο νησί, όπου υπάρχουν τα προστατευόμενα βοοειδή.
Ο Οδυσσέας τα βλέπει και λέει στους άνδρες του: «Εντάξει, θα μείνουμε στο νησί για απόψε. Ό,τι και αν κάνετε, μη τα φάτε. Μη τα φάτε!».
Αλλά οι προμήθειες τελειώνουν και με την πείνα να πλησιάζει, το πλήρωμα δεν υπακούει τον Οδυσσέα και σφάζει τα βόδια. Θα είναι και το τελευταίο τους γεύμα. Ο θεός Ήλιος εξαγριώνεται και προσφεύγει στον Δία, τον βασιλιά των θεών, για δικαιοσύνη.
Το να εξοργίσετε έναν θεό στην αρχαιότητα, ήταν μια από τις χειρότερες κινήσεις που θα μπορούσατε να κάνετε. Οι θεοί δεν είχαν πολλούς δισταγμούς στο να χρησιμοποιήσουν τις δυνάμεις τους για να τιμωρήσουν τους θνητούς που δεν συμπαθούσαν.
Ο Δίας, λοιπόν, συμφωνεί να τιμωρήσει τους παραβάτες. Στέλνει μια φοβερή θύελλα που χτυπάει το πλοίο του Οδυσσέα. Όλοι οι άνδρες χάνονται, εκτός από έναν. Ο Οδυσσέας τη γλίτωσε, επειδή μόνον αυτός δεν έφαγε από τα βόδια. Εδώ, όμως, τελειώνουν τα καλά νέα. Τώρα δεν έχει κανέναν άνδρα, κανένα πλοίο και καμιά ιδέα για το πού βρίσκεται.

Η ΝΥΜΦΗ ΚΑΛΥΨΩ
Μετά από τρία χρόνια στη θάλασσα, ο Οδυσσέας έχασε όλους τους άνδρες του και τα πλοία του. Είναι μόνος, απομονωμένος και εντελώς μακριά από το σπίτι του. Η θάλασσα τον βγάζει σ’ ένα παραδεισένιο νησί, όπου κατοικεί μια άλλη όμορφη πλανεύτρα, η νύμφη Καλυψώ. Στην ελληνική μυθολογία, οι νύμφες ήταν πολύ όμορφα νεαρά κορίτσια με μαγικές δυνάμεις. Η πιο άγρια φαντασίωση κάθε άνδρα. Ζούσαν στα δάση και στις δασώδεις περιοχές. Οι νύμφες ήταν πολύ εύθυμες στη συμπεριφορά τους.
Στο σημείο αυτό, ο Οδυσσέας απλά χαίρεται που είναι ζωντανός. Το να βγει στο νησί μιας όμορφης νύμφης, είναι ένα απροσδόκητο δώρο. Ενώ η γυναίκα του, η Πηνελόπη, συντηρεί πιστά την αγνότητά της, ο Οδυσσέας προσφέρει στον εαυτό του ακόμα μία εξωσυζυγική σχέση. Αυτή τη φορά καταλήγει να μείνει εκεί για εφτά χρόνια.
Στον Οδυσσέα δίνεται ουσιαστικά η άδεια να κοιμηθεί λίγο-πολύ με όποια θέλει. Δεν φαίνεται να υπάρχει στην ιστορία του Ομήρου κάποια ιδιαίτερα αρνητική παρατήρηση που να συνδέεται με τα χαριεντίσματα του Οδυσσέα. Στην πραγματικότητα, μάλλον τον κάνουν σπουδαιότερο και ισχυρότερο άνδρα, επειδή μπορεί να κατακτήσει όλες αυτές τις γυναίκες.
Η Καλυψώ υπόσχεται στον Οδυσσέα την αθανασία, αν μείνει μαζί της για πάντα. Αλλά αυτός αρνείται, γνωρίζοντας ότι πρέπει να επιστρέψει στη γυναίκα του και στο βασίλειό του. Στην πραγματικότητα είναι μια ανόητη επιλογή, το να επιλέξει τη θνητότητα και να συνεχίσει να είναι άνθρωπος αντί ημίθεος, αλλά για τον Οδυσσέα δεν τίθεται θέμα, πρέπει να απορρίψει την Καλυψώ και να την αφήσει, για να εκπληρώσει το πεπρωμένο του σαν άνθρωπος.
Αλλά χωρίς πλοίο που να τον φέρει στο σπίτι του, ο Οδυσσέας πρέπει να πάρει την κατάσταση στα χέρια του. Φτιάχνει ο ίδιος ένα πλοίο.
Για τους αρχαίους Έλληνες η ξυλουργική ήταν ένα από τα μεγαλύτερα χαρίσματα της διανοητικής ολοκλήρωσης. Συχνά λέμε ότι ο Οδυσσέας έφτιαξε μια σχεδία, αλλά μόνο σχεδία δεν ήταν. Έχει κατάρτι, έχει πηδάλιο, έχει κουπαστή. Ήταν ένα μεταφορικό μέσο που έδειχνε τη σοφία του. Είναι μέρος της εξυπνάδας του το γεγονός ότι είναι ικανός να είναι τόσο σοφός ξυλουργός.
Όταν το πλοίο ολοκληρώνεται, ο Οδυσσέας επιστρέφει στη θάλασσα. Έχει περάσει σχεδόν είκοσι χρόνια μακριά από το σπίτι του. Τώρα, επιτέλους, φαίνεται το τέλος του δρόμου. Πάνω στην ώρα, επειδή πίσω στην πατρίδα, η πιστή του γυναίκα, η Πηνελόπη, έχει εξαντλήσει όλες τις τακτικές καθυστέρησης για να αποκρούσει τους άνδρες που την κυνηγάνε όλα αυτά τα χρόνια. Οι μνηστήρες χάνουν την υπομονή τους και λένε: «Δεν θα επιστρέψει σπίτι του. Το πλοίο του θα καταστράφηκε στο δρόμο. Πρέπει να διαλέξεις έναν από εμάς ως διάδοχο του Οδυσσέα».
Θα καταφέρει, άραγε, ο Οδυσσέας να επιστρέψει στην Ιθάκη πριν είναι πολύ αργά;

Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΙΘΑΚΗ
Όπως πολλά στοιχεία στην Οδύσσεια του Ομήρου, έτσι και το νησί του Οδυσσέα έχει σαφή σύνδεση με την πραγματικότητα. Για αιώνες οι μελετητές αναρωτιόντουσαν ποιο ελληνικό νησί είχε κατά νου ο Όμηρος, όταν έγραφε την επική του ιστορία. Παραδοσιακά θεωρείται ότι πρόκειται για το ελληνικό νησί που είναι γνωστό σήμερα ως Ιθάκη. Αλλά τα γραπτά του Ομήρου για την Ιθάκη δεν ταιριάζουν με το σύγχρονο συνονόματό του.
Κοιτάξτε τι λέει ο Όμηρος: «Η Ιθάκη είναι το δυτικό νησί. Το πιο απομακρυσμένο προς τη θάλασσα και το πιο χαμηλό». Και σκέφτεσαι: «αυτό είναι εντελώς λάθος». Η Ιθάκη δεν είναι το πιο δυτικό, ούτε το πιο απομακρυσμένο νησί προς τη θάλασσα.
Όταν οι ερευνητές συνέκριναν τους αρχαίους χάρτες με τις σύγχρονες δορυφορικές εικόνες, το νησί της Κεφαλονιάς, δίπλα στην Ιθάκη, τράβηξε την προσοχή τους. Φάνηκε να ταιριάζει με την περιγραφή της ομηρικής Ιθάκης σε όλα τα σημεία, εκτός από ένα: Ο Όμηρος περιγράφει τέσσερα νησιά. Λέει ότι εκεί πρέπει να υπάρχουν τέσσερα νησιά. Εδώ όμως έχουμε ένα πρόβλημα, επειδή υπάρχουν μόνο τρία νησιά. Πού είναι το τέταρτο νησί; Και λέει επίσης ότι η Ιθάκη του Οδυσσέα πρέπει να είναι όσο το δυνατόν πιο δυτικά. Το πρόβλημα όμως λύνεται αν χωρίσουμε την Κεφαλονιά στα δύο. Αν πούμε ότι η δυτική χερσόνησος της Κεφαλονιάς, πριν από 3.000 χρόνια ήταν ίσως ένα ανεξάρτητο νησί. Θα μπορούσε άραγε το ενιαίο αυτό νησί να ήταν κάποτε δύο;
Το 2006 μια ομάδα επιστημόνων ξεκίνησε για να λύσει το μυστήριο. Χρησιμοποιώντας ερευνητικό εξοπλισμό υψηλής τεχνολογίας, σαν αυτόν που χρησιμοποιείται στην εξόρυξη πετρελαίων και φυσικού αερίου, έσκαψαν μια τρύπα 400 ποδιών με τρυπάνι στο έδαφος της χαμηλής κοιλάδας που βρίσκεται ανάμεσα στην ανατολική και τη δυτική Κεφαλονιά. Αν υπήρξε ποτέ χώρισμα στο νησί, αυτή θα ήταν η θέση του.
Συνέχισαν με το τρυπάνι μέχρι που ξέμειναν από κεφαλές και βρίσκονταν περίπου 15 μέτρα κάτω από τη στάθμη της θάλασσας. Σε κανένα όμως σημείο δεν χτύπησαν σκληρό στρώμα βράχου. Ξέρετε πόσο απίθανο είναι αυτό; Η απλούστερη εξήγηση είναι ότι κάποτε η θάλασσα περνούσε μέσα από εκείνη την κοιλάδα και μπορείτε ακόμα να δείτε τα υπολείμματα σήμερα. Τα αποτελέσματα αυτά δείχνουν ότι η κοιλάδα κάποτε ήταν κάτω από το νερό, κάτι που κάνει την Κεφαλονιά υποψήφια για τη θέση της ομηρικής Ιθάκης, το νησί που τελικά είδε ο Οδυσσέας στον ορίζοντα, είκοσι χρόνια μετά την αναχώρησή του για τον Τρωικό πόλεμο. Ο Οδυσσέας ποτέ δεν τα παρατάει. Πέρασε πολλά προσπαθώντας να γυρίσει σπίτι, αλλά θα γυρνούσε με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.

Η ΑΦΙΞΗ ΣΤΗΝ ΙΘΑΚΗ
Παρά τις αρνητικές πιθανότητες, ο Οδυσσέας φτάνει τελικά στο σπίτι του. Όταν φτάνει στην Ιθάκη, δεν έρχεται σαν τον μεγαλοπρεπή βασιλιά που επιστρέφει, ούτε έχει μια μεγάλη ακολουθία. Αντίθετα, μεταμφιέζεται σε γέρο ζητιάνο και αυτό το κάνει εν μέρει, επειδή δεν είναι σίγουρος για το είδος της υποδοχής που θα λάβει. Η επιστροφή του στην Ιθάκη ήταν ένα ταξίδι που κράτησε είκοσι χρόνια, έστειλε πάνω από 600 άτομα στον τάφο και δεκατέσσερα πλοία στο βυθό της θάλασσας. Τελικά, μετά από όλα αυτά, ο ήρωας επιστρέφει. Είναι η στιγμή που ονειρευόταν για δυο δεκαετίες, αλλά γι’ αυτόν δεν υπάρχει γιορτή καλωσορίσματος. Αντίθετα, κανονίζονται οι τελικές ρυθμίσεις για να του αρπάξουν την εξουσία. Μήπως είναι πολύ αργά για να σώσει τη γυναίκα του και το βασίλειό του; Αν δεν τα καταφέρει να κάνει ένα ακόμα θαύμα, ο Οδυσσέας θα χάσει όλα εκείνα για τα οποία πάλεψε, για να γυρίσει σπίτι του. Στήνεται το σκηνικό για ένα δραματικό φινάλε.
Όταν ο Οδυσσέας επιστρέφει σπίτι του, το νησί του, το βασίλειο της Ιθάκης, είναι σε κατάσταση πλήρους χάους και η γυναίκα του πολιορκείται από 108 μνηστήρες. Ο Οδυσσέας αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί απλά να μπει στο παλάτι του και να πάρει πίσω την προηγούμενη ζωή του. Οι μνηστήρες εποφθαλμιούν τη βασίλισσα και το βασίλειό του. Αν ανακαλύψουν ότι ο Οδυσσέας επέστρεψε, αναμφισβήτητα θα προσπαθήσουν να τον σκοτώσουν, πριν μπορέσει να ξαναπάρει το θρόνο του. Για μια ακόμα τελευταία φορά, ο Οδυσσέας πρέπει να φανεί πιο έξυπνος και πιο ανθεκτικός και να ξεγελάσει τους εχθρούς του για να επιζήσει.

Ο ΑΓΩΝΑΣ ΤΟΞΟΒΟΛΙΑΣ
Στο μεταξύ, η πολυβασανισμένη γυναίκα του Οδυσσέα, η Πηνελόπη, υποκύπτει τελικά στις πιέσεις των μνηστήρων και αναγγέλλει ένα διαγωνισμό τοξοβολίας για να ορίσει το νέο της άνδρα. Αυτός που θα μπορέσει να τεντώσει το τόξο του Οδυσσέα και να ρίξει ένα βέλος που θα περάσει μέσα από δώδεκα τσεκούρια, θα κερδίσει το χέρι της βασίλισσας και θα την παντρευτεί.
Είναι η μοιραία ημέρα για την Ιθάκη. Λίγο πριν ξεκινήσει ο αγώνας, ο Όμηρος γράφει ότι ο ήλιος μαύρισε στον ουρανό. Για αιώνες ερευνούσαν τον στίχο αυτόν. Είναι άραγε ένα ποιητικό επινόημα για να αυξήσει την αγωνία ή η καταγραφή ενός πραγματικού γεγονότος; Ακόμα και οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν ότι ίσως αυτό να σήμαινε ότι ο Οδυσσέας επέστρεψε στο σπίτι του την ημέρα της ολικής έκλειψης.

ΑΣΤΡΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ
Θα μπορούσε άραγε η επιστροφή του Οδυσσέα να συνέβη πραγματικά, και αν ναι, πότε; Χρησιμοποιώντας τις ενδείξεις που κρύβονται στην Οδύσσεια, οι σύγχρονοι αστρονόμοι κατάφεραν να επισημάνουν την ακριβή ημερομηνία που είχε στο μυαλό του ο Όμηρος. Μελέτησαν την Οδύσσεια για αστρονομικά στοιχεία που θα μπορούσαν να αποκαλύψουν την ακριβή ημερομηνία στην οποία αναφερόταν ο Όμηρος για την επιστροφή του Οδυσσέα. Κοίταξαν προσεκτικά όλες τις αναφορές στην Οδύσσεια που μπορεί να σχετίζονταν με αστρονομικά γεγονότα. Μετά προσπάθησαν να ταιριάξουν αυτούς τους συνδυασμούς των γεγονότων με τις ημερομηνίες των εκλείψεων. Τελικά, διαπίστωσαν ότι πράγματι όλα ταίριαζαν με μια από αυτές τις εκλείψεις, αυτή που συνέβη στις 16 Απριλίου του 1178 π.Χ. Έτσι, είναι πιθανόν, αυτή να ήταν η ημέρα που ο Οδυσσέας επέστρεψε σπίτι του στην Πηνελόπη.

Η ΘΑΝΑΤΩΣΗ ΤΩΝ ΜΝΗΣΤΗΡΩΝ
Στον μύθο, οι δυο δεκαετίες πολιορκίας της Πηνελόπης καταλήγουν τώρα σ’ ένα καταλυτικό γεγονός. Ο ένας μετά τον άλλον, οι μνηστήρες αποδεικνύονται πολύ αδύναμοι για να τεντώσουν το τόξο του Οδυσσέα. Ετοιμάζονται να τα παρατήσουν, όταν εμφανίζεται ένας κουρελιάρης ζητιάνος, που βγαίνει μπροστά και απαιτεί να δοκιμάσει. Σύμφωνα με τους κανόνες έχει αυτό το δικαίωμα. Η αντίδραση των μνηστήρων ήταν να οργιστούν και να τον ειρωνευτούν. Αλλά ο ζητιάνος τεντώνει το τόξο χωρίς να διστάσει και ξαφνικά τα γέλια σταματούν. Ρίχνει ένα βέλος που περνά κατ’ ευθείαν μέσα από τις λαβές των δώδεκα τσεκουριών. Ο διαγωνισμός τελειώνει, αλλά οι μνηστήρες δεν θα παραδοθούν χωρίς μάχη. Η τελική μάχη του Οδυσσέα τελειώνει με τους μνηστήρες σκοτωμένους και τον ήρωα νικητή. Έχει κερδίσει ξανά το θρόνο του. Τώρα πρέπει να κερδίσει ξανά τη γυναίκα του. Ο βασιλιάς της πονηριάς πρέπει να περάσει μια τελευταία δοκιμασία.

Η ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ
Μετά τη θανάτωση των μνηστήρων από τον Οδυσσέα, αυτός και η Πηνελόπη απολαμβάνουν στιγμές μεγάλης οικειότητας και κάθονται ο ένας απέναντι από τον άλλον, με μοναδικό φως εκείνο της φωτιάς. Η Πηνελόπη έχει ακόμα μια τελευταία δοκιμασία. Μετά από μια μεγάλη συζήτηση λέει στις υπηρέτριες: «Θέλω ο ξένος να είναι άνετα. Γι’ αυτό, φέρτε το κρεβάτι μου από το δωμάτιο μου και βάλτε το στη βεράντα για να κοιμηθεί ο ξένος στο κρεβάτι μου». Στο σημείο αυτό ο Οδυσσέας καταλαβαίνει ότι η γυναίκα του τον περνάει από μια τελευταία δοκιμασία και λέει: «Πηνελόπη, ξέρω ότι αυτό είναι μια δοκιμασία. Εγώ έφτιαξα το κρεβάτι μας γύρω από αυτό το δένδρο. Είναι ριζωμένο στο έδαφος, το κρεβάτι μας δεν μπορεί να μετακινηθεί». Καθώς δεν έχει επιτρέψει σε κανέναν να μπει στην κρεβατοκάμαρά τους, η Πηνελόπη γνωρίζει με βεβαιότητα ότι μόνον ο Οδυσσέας θα ήξερε ότι το κρεβάτι δεν μετακινείται. Το μακρύ ταξίδι του Οδυσσέα, η Οδύσσειά του, έχει φτάσει στο τέλος του, αλλά ο θρύλος του θα διαρκέσει για πάντα.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Υπήρχε η συνήθεια ανάμεσα στους αρχαίους Έλληνες πολεμιστές να έχουν σαν διακόσμηση στην πανοπλία του; τη μορφή του Οδυσσέα. Ήταν πάντα εκεί γι’ αυτούς, σαν ένα έμβλημα κάποιου που άντεξε στον πόνο. Το ίδιο το όνομά του σημαίνει «άνθρωπος του πόνου». Υποφέρει όπως όλοι εμείς, αλλά ίσως αντίθετα από εμάς, ο Οδυσσέας πάντοτε αντέχει. Έτσι, νομίζω ότι αυτή η ιδιότητά του, το να συνέρχεται δηλαδή αμέσως μετά το χτύπημα, τον κάνει τον χαρακτήρα εκείνον, με τον οποίον οι άνθρωποι ταυτίζονται εδώ και τόσους αιώνες.

10/8/11

Ηρακλής

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ο Ηρακλής είναι ο μεγαλύτερος ήρωας δράσης στην ελληνική μυθολογία. Ο πιο ισχυρός και πιο δημοφιλής ήρωας που έζησε ποτέ. Μισός άνθρωπος, μισός θεός, με υπεράνθρωπες δυνάμεις που προορίζεται να απελευθερώσει τον ελληνικό κόσμο από το κακό. Αλλά αυτή είναι μόνο η αρχή της ιστορίας του. Συγχρόνως όμως είναι και ένας άνδρας που βασανίζεται από μια τρομακτική αμαρτία. Οδηγείται να αναλάβει δώδεκα ακατόρθωτες προκλήσεις, καθώς αναζητάει την εξιλέωση. Για μας είναι ένας μύθος, αλλά για τους αρχαίους Έλληνες ήταν πραγματικότητα. Ένας μύθος βασισμένος σ’ έναν πραγματικό πολεμιστή, γεμάτος κρυμμένους κώδικες για τον πραγματικό κόσμο. Αυτή είναι η αλήθεια πίσω από τον μύθο του Ηρακλή.
Ο Ηρακλής ήταν κάτι το ιδιαίτερο και ταυτόχρονα εξαιρετικά συνηθισμένος. Ήταν ο άνθρωπος του λαού, κάπως σαν τον Babe Ruth της αμερικανικής μυθολογίας. Ήταν γυναικάς, έπινε πολύ και ήταν εξαιρετικός αθλητής. Έμοιαζε λίγο με θεό, αλλά ήταν σίγουρα άνθρωπος.
Σήμερα πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι οι ήρωες έχουν υπεράνθρωπη ισχύ, υπερφυσικές δυνάμεις και ότι μπορούν να πετάνε στον αέρα. Η αντίληψη για τους ήρωες ήταν διαφορετική στον ελληνικό κόσμο. Ήρωας είναι κάποιος που έχει υπεράνθρωπη δύναμη, αλλά και κάποιος που πρέπει να υποφέρει. Και ο Ηρακλής είναι η εικόνα του ήρωα στην ελληνική κοινωνία. Είναι προορισμένος να υποφέρει περισσότερο από κάθε άλλον.
Στο μύθο του, ο Ηρακλής αντιμετωπίζει μια λεγεώνα τρομακτικών εχθρών και υπομένει βάσανα σε μια κλίμακα που κανένας άνθρωπος δεν έχει γνωρίσει.

Η ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΗ
Η ιστορία του αρχίζει με τον Δία, τον υπερδραστήριο σεξουαλικά βασιλιά των θεών, που έχει παράνομη σχέση.
Ο Ηρακλής είναι γιος του Δία και μιας θνητής γυναίκας, που ονομάζεται Αλκμήνη. Η κλασική μυθολογία είναι γεμάτη ιστορίες με θεούς που γονιμοποιούν θνητές γυναίκες και γεννούν θεούς ή ημίθεους.
Έτσι η ιδέα των ημίθεων σημαίνει ότι το άτομο αυτό έχει κάποια χαρακτηριστικά γνωρίσματα που είναι πολύ θεϊκά, έχει κάποιες θεϊκές δυνάμεις, αλλά συγχρόνως είναι θνητός, μπορεί να πεθάνει. Υποψιάζομαι ότι οι Έλληνες εφεύραν την ιδέα αυτή, επειδή ήθελαν να φτάσουν τους θεούς, όσο το δυνατόν περισσότερο και να δημιουργήσουν εικόνες του εαυτού τους που να είναι όσο πιο κοντά γίνεται στους θεούς.
Ο Ηρακλής θα μεγάλωνε για να γίνει το πρότυπο ήρωα της Ελλάδας. Αλλά έχει έναν ισχυρό εχθρό που θέλει να τον δει να καταστρέφεται: τη σύζυγο του Δία, τη θεά Ήρα. Είναι η βασίλισσα των θεών, έχει μια θαυμάσια ομορφιά, είναι εξαιρετικά ευφυής, είναι δυνατή, αλλά είναι υπερβολικά ζηλιάρα, επειδή ο Δίας τρέχει πάντα πίσω από άλλες γυναίκες.
Ο Δίας έχει αμέτρητα παιδιά με διάφορες θνητές γυναίκες, που η Ήρα τα μισεί όλα. Αποφασίζει όμως ότι ο Ηρακλής πρέπει να πληρώσει το ύστατο τίμημα για τις αμαρτίες που διέπραξε ο Δίας.
Το μίσος της Ήρας για τον Ηρακλή είναι εξαιρετικά παράλογο. Είναι σαν να γνώριζε ότι επρόκειτο να προκαλέσει με κάποιο τρόπο τη θέση της στα ουράνια. Ήξερε ότι υπήρχε κάτι πάνω στον Ηρακλή, που τον έκανε να διαφέρει από τα άλλα παιδιά και ίσως αισθάνθηκε να απειλείται από αυτόν, και κάθε μέρα της ζωής του ο Ηρακλής φαινόταν ότι πλήρωνε αυτήν την έχθρα.

ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΙΑ
Μια νύχτα, ενώ ο Ηρακλής είναι ακόμα μωρό, η Ήρα στέλνει δυο δηλητηριώδη φίδια στο βρεφικό δωμάτιο. Εκείνος πιάνει ένα φίδι σε κάθε χέρι του και τα πνίγει. Ένα μικροσκοπικό βρέφος σφίγγει μέχρι θανάτου αυτά τα δύο γιγάντια ερπετά. Στο σημείο αυτό όλοι γνωρίζουν ότι υπάρχει κάτι το διαφορετικό στον Ηρακλή.
Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους η Ήρα θα τον μισήσει, επειδή δεν μπορεί να τον σκοτώσει. Μπορεί να καταστρέψει τη ζωή του, αλλά δεν μπορεί να τον σκοτώσει, επειδή το πεπρωμένο του λέει ότι θα γίνει αθάνατος. Ακόμα και ένας θεός πρέπει να υπακούσει στη μοίρα.
Αλλά η Ήρα μόλις άρχισε. Η βεντέτα της εναντίον του Ηρακλή θα καθορίσει την πορεία της ζωής του, από την κούνια μέχρι τον τάφο. Έτσι λέει ο μύθος, αλλά ποια είναι η σύνδεση με την πραγματικότητα;

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ
Τον Φεβρουάριο του 2004, στη Θήβα, οι αρχαιολόγοι ανακαλύπτουν εκπληκτικά στοιχεία που ρίχνουν νέο φως στην ιστορία της γέννησης του Ηρακλή. Ανακαλύπτουν ένα θαμμένο ναό κάτω από μια συνηθισμένη οικία. Στο κέντρο του υπάρχουν τα απομεινάρια ενός βωμού. Γύρω από τον βωμό υπάρχουν εκατοντάδες πήλινα αγγεία και μικρά αγαλματίδια. Όλα απεικονίζουν μόνο ένα πράγμα, τον Ηρακλή. Μετά την ανακάλυψη, οι ερευνητές συνέδεσαν τα ευρήματα με ένα κείμενο ηλικίας 2.500 ετών, που περιγράφει ένα μυστηριώδες σπίτι του Ηρακλή στη Θήβα, ακριβώς έξω από τις πύλες της αρχαίας πόλης. Η περιγραφή και η τοποθεσία ταιριάζουν τέλεια, αλλά υπάρχουν και περισσότερα. Το αρχαίο κείμενο λέει ότι αυτός ο ναός αναγέρθηκε στο ακριβές σημείο που γεννήθηκε ο Ηρακλής. Θα μπορούσε ο ήρωας να είναι πραγματικός; Το κυνήγι για τις ενδείξεις μάς οδηγεί πίσω στον μύθο.

Ο ΗΜΙΘΕΟΣ
Καθώς η ιστορία συνεχίζεται, ο Ηρακλής ενηλικιώνεται. Ένας ημίθεος, ανάμεσα σε δυο κόσμους, τον ανθρώπινο και τον υπερφυσικό.
Είναι υπερβολικά ισχυρός για να είναι άνθρωπος. Μοιάζει με θεό παγιδευμένο σε ανθρώπινο σώμα. Συχνά κάνει άσχημα πράγματα στους ανθρώπους γύρω του, για παράδειγμα, σκοτώνει ανθρώπους κατά λάθος. Βλάπτει άθελά του περιουσίες. Δεν μπορεί να ελέγξει τον εαυτό του.
Αυτή η υπεράνθρωπη δύναμη καθιστά αδύνατο για τον Ηρακλή να συνταχθεί στην ελληνική κοινωνία. Δεν είναι σε θέση να συνάψει συναισθηματικούς δεσμούς με κανέναν. Στην πραγματικότητα φαίνεται ότι υπάρχει κάποιου είδους σχιζοφρένεια στον χαρακτήρα του. Ήταν μισός άνθρωπος και μισός θεός και όμως είχε έναν πατέρα που δεν θα τον προστάτευε από τις φοβερές δοκιμασίες που θα του επέβαλε η Ήρα. Έμεινε μόνος, μετέωρος μεταξύ ουρανού και γης, δίχως να μπορεί να πάει πουθενά.

ΔΟΛΟΦΟΝΕΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ
Απελπισμένος και για να γίνει όμοιος με τους κανονικούς ανθρώπους, ο Ηρακλής παντρεύεται μια όμορφη πριγκίπισσα και αποκτάει δύο γιους. Αλλά η οικογενειακή του ευδαιμονία είναι βραχύβια. Η νέμεσή του, η Ήρα, επιστρέφει σύντομα, αποφασισμένη να σιγουρευτεί ότι εκείνος δε θα γνωρίσει ποτέ την ευτυχία. Αυτή τη φορά τον μεταμορφώνει από οικογενειάρχη σε δολοφόνο, τρελαίνοντάς τον.
Του στέλνει την τρέλα, ενώ αυτός κοιμάται. Και στην τρέλα του, θεωρεί ότι η γυναίκα του και τα παιδιά του είναι εχθροί του. Και μέσα στη νύχτα, ο Ηρακλής διαπράττει μια απερίγραπτη φρίκη.
Όταν ο Ηρακλής ξυπνά από αυτήν την έντονη τρέλα, βρίσκεται βουτηγμένος στο αίμα της οικογένειάς του. Δεν γνωρίζει καν ότι ο ίδιος το έκανε. Αλλά οι λεκέδες αίματος που έχει πάνω του είναι φυσικό σημάδι ενοχής. Και αυτήν την ενοχή πρέπει να την αντέξει. Και από αυτό το φρικτά γεγονός ξετυλίγεται η υπόλοιπη ιστορία του Ηρακλή.

Η ΕΝΟΧΗ ΤΟΥ ΑΙΜΑΤΟΣ
Ο δυνατότερος άνδρας στη γη σκότωσε ολόκληρη την οικογένειά του. Όταν η τυφλή του οργή υποχωρεί, αντικαθίσταται με έντονες τύψεις, ένα φρικτό μαρτύριο που θα τον βασανίζει για πάντα. Αυτό οι αρχαίοι Έλληνες το αποκαλούσαν «ενοχή αίματος».
Στην αρχαιότητα κατανοούσαν την «ενοχή αίματος» σαν ένα είδος κατάρας που προσκολλάται πάνω σας από το αίμα του ατόμου, στη δολοφονία του οποίου συμμετείχατε. Από εδώ και πέρα θα προσπαθήσει να ξεφορτωθεί το στίγμα της «ενοχής του αίματος» από αυτήν τη φρικτή πράξη.
Για να εξαγνίσει την ψυχή του ο Ηρακλής θα πρέπει να επιζήσει από την πιο βασανιστική σειρά προκλήσεων που αντιμετώπισε ποτέ άνθρωπος ή οι θεοί. Είναι ένα ταξίδι που θα τον οδηγήσει πέρα από τον ελληνικό κόσμο και θα αφήσει μια σειρά πραγματικών στοιχείων που ρίχνουν νέο φως στην αλήθεια που βρίσκεται πίσω από τον μύθο.
Ο υπέρ-ήρωας της μυθολογίας, ο Ηρακλής, μόλις σκότωσε τη σύζυγο και τα παιδιά του υπό την επιρροή ενός μαγικού ξορκιού, που του έκανε η μητριά του, η Ήρα. Ο πιο δυνατός άνδρας στη γη πρέπει να κάνει επανόρθωση για το έγκλημά του. Αλλά είναι χαμένος κι αποπροσανατολισμένος. Για καθοδήγηση αναζητά την πιο μεγάλη μάντισσα της αρχαίας Ελλάδας.
Το έγκλημα του Ηρακλή είναι τόσο μεγάλο ώστε μόνο ένας, η πιο ισχυρή θρησκευτική εξουσία της εποχής του, θα μπορούσε να τον βοηθήσει να βρει λύση στο πρόβλημά του και αυτή είναι το Μαντείο των Δελφών.

ΤΟ ΜΑΝΤΕΙΟ ΤΩΝ ΔΕΛΦΩΝ
Το Μαντείο των Δελφών παίζει σημαντικό ρόλο σε πολλούς ελληνικούς μύθους. Αλλά δεν είναι μόνο μια μυθική τοποθεσία. Τα ερείπια του Μαντείου βρίσκονται ακόμα στα βουνά της κεντρικής Ελλάδας. Πριν από 2.500 χρόνια, μια ιέρεια έπεφτε εδώ σε έκσταση, καθώς μυστηριώδεις ατμοί ανέβλυζαν γύρω της. Μιλούσε με γρίφους και υποτίθεται ότι ήταν το κανάλι που μετέφερε τα λόγια των θεών.
Ήταν μια άμεση τηλεφωνική γραμμή προς τον ουρανό για να ζητήσει απάντηση σε οτιδήποτε θέλατε.
Μια νέα ανακάλυψη αποκαλύπτει από προέρχονταν οι δυνάμεις της Πυθίας. Μια πρόσφατη γεωλογική έρευνα έδειξε ότι το Μαντείο των Δελφών βρίσκεται ακριβώς πάνω στη διατομή δύο ρηγμάτων. Αυτό μπορεί να εξηγήσει τους μαγικούς ατμούς που περιέβαλαν την μάντισσα.
Τα νέα στοιχεία υποδεικνύουν ότι οι μετακινήσεις της γης γύρω από αυτά τα ρήγματα θα μπορούσαν να έχουν απελευθερώσει αέριο αιθυλενίου, που θα διέρρεε από αυτές τις ρωγμές του εδάφους. Οι άνθρωποι που εισπνέουν πολύ αιθυλένιο πέφτουν σε μια έκσταση που μοιάζει πολύ με εκείνη της Πυθίας στους Δελφούς. Οπότε βασικά η μάντις των Δελφών ήταν μια τοξικομανής που την εμπιστευόταν ολόκληρη η αρχαία ελληνική κοινωνία.
Στους Δελφούς, η Πυθία λέει στον Ηρακλή ότι μόνο μια φοβερή τιμωρία θα μπορούσε να τον απαλλάξει από το έγκλημά του. Για να λάβει την τιμωρία αυτή, πρέπει να πάει στον ξάδελφό του και αντίπαλό του, βασιλιά Ευρυσθέα. Αλλά πρόκειται για παγίδα. Η Ήρα χρησιμοποιεί την Πυθία και τον βασιλιά Ευρυσθέα για να συντρίψει τον Ηρακλή και θα τον κυνηγήσει όσο μπορεί. Θα είναι η αδιάλλακτη εχθρός του και ο κίνδυνος είναι ότι οι εχθροί, που αυτή θα βάλλει στο δρόμο του, δεν θα έχουν τελειωμό.

ΟΙ ΔΩΔΕΚΑ ΑΘΛΟΙ
Ο Ευρυσθένης αναθέτει στον Ηρακλή δώδεκα προκλήσεις, όλες σχεδιασμένες από την Ήρα. Θα μείνουν για πάντα γνωστές σαν «Οι Άθλοι του Ηρακλή». Ο ήρωας έπρεπε να απελευθερώσει τον ελληνικό κόσμο από τα μεγαλύτερα κακά του. Να αντιμετωπίσει τα πιο άγρια θηρία, τις δυνάμεις της φύσης, σατανικούς τυράννους και τέρατα. Κανένας άνθρωπος δεν θα μπορούσε να επιζήσει, ούτε από μια από αυτές τις προκλήσεις. Αλλά ο Ηρακλής πρέπει να υπερνικήσει δώδεκα.
Οι άθλοι αυτοί έχουν ένα σκοπό. Ο πρωταρχικός τους σκοπός είναι να αφαιρέσουν το μίασμα από τη δολοφονία της οικογένειάς του. Θα πρέπει να εξαγνίσει τον εαυτό του, τα χέρια του και αργότερα την ψυχή του από το σοβαρό έγκλημα που διέπραξε.
Φαίνεται κάπως άδικο σε μας, επειδή για τις πράξεις για τις οποίες τιμωρείται δεν έχει πραγματικά την ευθύνη. Ήταν κάτω από την επιρροή της τρέλας που του έστειλε η μητριά του, η Ήρα. Στη σκέψη των Ελλήνων, όμως, δεν είχε καμιά σημασία αν δεν έφταιγε ο ίδιος. Έπρεπε να εκτελέσει αυτές τις πράξεις για να ξεπλύνει το στίγμα από αυτές τις βίαιες πράξεις που είχε διαπράξει.

ΠΡΩΤΟΣ ΑΘΛΟΣ
Η αναζήτηση της εξιλέωσης αρχίζει με τον πρώτο άθλο: να σκοτώσει ένα άγριο θηρίο που συμβολίζει τα ζωώδη ένστικτα της ανθρωπότητας, το λιοντάρι της Νεμέας.
Το πρόβλημα για τον Ηρακλή είναι ότι, παρόλο που είναι ένας θαυμάσιος τοξότης, το δέρμα του λιονταριού είναι αδιαπέραστο από τα βέλη του. Έτσι μόνο μέσω της ζωώδους δύναμής του θα κατόρθωνε να υπερνικήσει το λιοντάρι. Και όταν τα καταφέρνει, γδέρνει το λιοντάρι και το δέρμα του το χρησιμοποιεί σαν πανοπλία που αρχίζει να τη φοράει. Από τότε, ο Ηρακλής απεικονίζεται πάντα να φοράει το δέρμα του λιονταριού που τον προστατεύει.
Ο βασιλιάς Ευρυσθέας μένει έκπληκτος. Πίστευε ότι ο πρώτος άθλος του Ηρακλή θα ήταν και ο τελευταίος του. Τώρα σχεδιάζει μια σειρά από ακόμα πιο τερατώδεις προκλήσεις, που σίγουρα θα βάλουν τέλος στον ήρωα. Ένα θέμα γίνεται εμφανές στους άθλους από την αρχή: είναι ο άνθρωπος εναντίος της φύσης.
Οι αρχαίοι Έλληνες έβλεπαν τη φύση σαν ένα τρομερό μέρος. Ήθελαν να ζουν σε αρμονία με αυτήν, αλλά η φύση ήταν μια σκύλα που, αν δεν προσέχατε, θα σας σκότωνε. Αυτή ήταν η άποψή τους. Δεν είχαν κάποια ρομαντική άποψη για τη φύση.
Υπάρχουν μερικοί μεγάλοι ήρωες, με τον Ηρακλή να διακρίνεται ανάμεσα τους, που μπορούν να εξημερώσουν τη φύση, και να την θέσουν υπό έλεγχο. Και αυτό είναι το σημάδι ενός αληθινά μεγάλου ήρωα, να σταματήσει αυτήν τη ασταμάτητη δύναμη.

ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΑΘΛΟΣ
Ο Ηρακλής καλείται τώρα να σκοτώσει ένα άλλο φρικτά τέρας της φύσης, την τρομακτική Λερναία Ύδρα με τα εννέα κεφάλια. Ένα ερπετό που φτύνει δηλητήριο και καταβροχθίζει ανθρώπους με μια μπουκιά. Ο Ηρακλής τραβάει το ξίφος του και επιτίθεται. Κόβει ένα από τα κεφάλια της Ύδρας. Μετά ένα άλλο. Αποκεφαλίζει το τέρας κόβοντας ένα κεφάλι τη φορά. Αλλά μόλις κόβεται ένα κεφάλι, στη θέση του φυτρώνουν δύο επιπλέον.
Αυτό αντιπροσωπεύει την ανθρώπινη επιθυμία για ευχαρίστηση, την οποία οι Έλληνες θεωρούσαν ότι ήταν αδύνατον να την σκοτώσουν. Όσο περισσότερο της επιτίθεστε, όσο περισσότερα κεφάλια της κόβετε, τόσο περισσότερα κεφάλια πρέπει να αντιμετωπίσετε.
Ο Ηρακλής χρειάζεται μια νέα στρατηγική. Ενάντια σ’ αυτόν τον εχθρό, η επιτυχία του δεν εξαρτάται μόνον από τη μυϊκή του δύναμη. Ο Ηρακλής, καθώς κόβει τα κεφάλια, αρπάζει ένα δαυλό και καυτηριάζει το λαιμό του θηρίου για να μη μπορεί να φυτρώσει ξανά κεφάλι. Με μια τελική επίθεση, ο Ηρακλής κόβει και το τελευταίο κεφάλι από το σώμα. Είναι ένας εκπληκτικός θρίαμβος του ανθρώπου πάνω στο τέρας.
Αφού σκότωσε την Ύδρα, ο Ηρακλής βυθίζει τα βέλη του στο αίμα της και από τότε έχει δηλητηριασμένα βέλη. Η λέξη «τοξικός» σημαίνει δηλητηριώδης και προέρχεται από τη λέξη «τόξο», με το οποίο ρίχνετε τα βέλη. Έτσι «τοξικός» στα ελληνικά σημαίνει ο σχετικός με το τόξο. Είναι μια παράξενη λέξη, επειδή συντηρεί το μύθο του Ηρακλή μέσα στη λέξη.
Δυο άθλοι τέλειωσαν. Σαν ένας εκπαιδευμένος μαχητής, ο Ηρακλής αναπτύσσει τις απαραίτητες ικανότητές του για επιζήσει σ’ έναν εχθρικό κόσμο: τη σωματική δύναμη, τη νοητική δύναμη και την απεριόριστη αντοχή. Στους άθλους αυτούς, ο Ηρακλής υπερνικά το κακό και έρχεται ως εκδικητής και φορέας της δικαιοσύνης.

ΤΡΙΤΟΣ ΚΑΙ ΤΕΤΑΡΤΟΣ ΑΘΛΟΣ
Στους επόμενους δύο άθλους του, ο Ηρακλής νικά ακόμα ένα ζευγάρι από τα πιο τρομερά θηρία της φύσης: Το Χρυσό Ελάφι της θεάς Άρτεμις, ένα ζώο τόσο γρήγορο που μπορούσε να ξεπεράσει σε ταχύτητα ένα βέλος. Και τον ανθρωποφάγο Κάπρο, ένα τέρας που ο Ηρακλής κατόρθωνε να πιάσει ζωντανό.
Ο Ευρυσθέας, που του ανέθεσε τους άθλους αυτούς, δεν περίμενε να ολοκληρωθεί κανένας από αυτούς. Έτσι αρχίζουμε να βλέπουμε τον Ηρακλή σαν το πρότυπο του υπεράνθρωπου. Φαίνεται ασταμάτητος στο σημείο αυτό.

ΠΕΜΠΤΟΣ ΑΘΛΟΣ
Για να σπάσει την ορμή του ήρωα, ο βασιλιάς Ευρυσθένης αλλάζει τακτική. Εισάγει ένα διαφορετικό είδος φυσικού εμποδίου: Ακατέργαστα λήμματα. Για τον πέμπτο του άθλο, ο Ηρακλής πρέπει να αναλάβει μια βρώμικη δουλειά, που συμβολίζει την αποκρουστική πλευρά της ανθρώπινης φύσης. Πρέπει να καθαρίσει ένα ογκώδες συγκρότημα στάβλων που είναι γεμάτοι με κοπριά.
Αυτή η εργασία είναι διαφορετική από τις άλλες, επειδή περιλαμβάνει χειρωνακτική εργασία, με έναν τρόπο που ο Ηρακλής δεν είχε γνωρίσει ποτέ πριν. Στους προηγούμενους άθλους του έπρεπε να σκοτώσει τα θηρία που ερήμωναν την ύπαιθρο και να προστατεύσει τους ανθρώπους ή να προωθήσει τον πολιτισμό. Τώρα, όμως, πρέπει απλά να καθαρίσει από την κοπριά στάβλους που δεν έχουν καθαριστεί, εδώ και πολλά χρόνια. Και έχει μόνο μια μέρα για να ολοκληρώσει το έργο.
Ο Ηρακλής παρατηρεί ότι αυτοί οι αποκρουστικοί στάβλοι βρίσκονται ανάμεσα σε δύο ορμητικούς ποταμούς και του έρχεται μια ιδέα. Χρησιμοποιώντας τη μεγάλη του δύναμη, εκτρέπει τους δύο αυτούς ποταμούς και τους κάνει να πλημμυρίσουν τους στάβλους και να παρασύρουν τη βρωμιά προς τα έξω.

ΜΥΘΟΣ Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ;
Ολοκληρώνοντας έναν άθλο τη φορά, ο Ηρακλής ξεπληρώνει το χρέος για τη δολοφονία της οικογένειάς του. Μέχρι τώρα έχει αποδειχθεί μεγαλύτερος από οποιοδήποτε εμπόδιο που η Ήρα και ο βασιλιάς μαριονέτα Ευρυσθέας, έχουν ονειρευτεί. Και με κάθε μάχη απλά γίνεται πιο ισχυρός. Για τους αρχαίους Έλληνες, η επιτυχία ενάντια σε τέτοιες συντριπτικές πιθανότητες, ήταν μια ιστορία που σε ενέπνεε. Αλλά, θα μπορούσε να είναι περισσότερο από μια ιστορία; Ενδιαφέρουσες ιστορικές ανακαλύψεις δείχνουν ότι ο Ηρακλής δεν ήταν ένας μύθος, αλλά ένας πραγματικός ήρωας.
Ο Ηρακλής είναι ο απόλυτος υπέρ-ήρωας της μυθολογίας. Ο συνδυασμός δύναμης και βασανισμού στον ίδιο χαρακτήρα, τον κατέστησε άτομο με το οποίο μπορούσαν να ταυτιστούν οι άνθρωποι του αρχαίου κόσμου. Είδαν στον Ηρακλή έναν ήρωα που λυπόντουσαν και θαύμαζαν. Κάποιον του οποίου η τραγική ιστορία συνδεόταν με τη δική τους πραγματικότητα.
Οι μύθοι απεικονίζουν ιστορικά γεγονότα που αποτελούσαν παρελθόν εδώ και πολύ καιρό. Συνεπώς είναι ένα είδος κώδικα της αρχαίας ιστορίας που περνάει από γενιά σε γενιά. Οι ιστορίες του Ηρακλή δημιουργούνται από ανθρώπους που ανήκουν σε διαφορετικούς πολιτισμούς και οι οποίοι συμμερίζονται τις ιστορίες των γνωστών τοπικών τους ηρώων, οι οποίοι έχουν υπερνικήσει μεγάλες δυσκολίες. Και καθώς συμμερίζονται τις ιστορίες αυτές αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι ο δυνατός άνδρας τους μοιάζει με τον δυνατό άνδρα των άλλων. Μετά, όλες οι παραδόσεις υφαίνονται μαζί.
Στην αρχαία Ελλάδα, ο Ηρακλής ήταν το πρότυπο του ιδανικού άνδρα. Αλλά υπήρξε στην πραγματικότητα;
Υπάρχει πιθανότητα ότι πίσω από κάθε έναν από αυτούς τους μεγάλους Έλληνες ήρωες να υπάρχει κάποια ιστορική προσωπικότητα, αλλά η ιστορία έχει εμποδίσει κάθε προσπάθειά μας στο να βρούμε και να εντοπίσουμε τα πραγματικά πρόσωπα.
Μερικές εκδόσεις του μύθου του Ηρακλή λένε ότι η οικογένειά του προήλθε από την ελληνική πόλη Τίρυνθα. Και οι αρχαίες πηγές υποδηλώνουν ότι εκεί ήταν κάποτε το σπίτι κάποιου πραγματικού πολεμιστή που ήταν διάσημος για τη μεγάλη του δύναμη και οι άνθρωποι πίστευαν ότι είχε άμεση επαφή με τους θεούς. Αυτός ο πολεμιστής, του οποίου το όνομα χάνεται στην ιστορία, υπηρέτησε τον βασιλιά ενός ισχυρού βασιλείου που λεγόταν Μυκήνες. Στον μύθο, ο Ηρακλής υπηρετεί τον βασιλιά των Μυκηνών, τον ξάδελφό του Ευρυσθέα, που του αναθέτει τους δώδεκα άθλους. Είναι σύμπτωση ή κάτι περισσότερο;

ΗΡΑΚΛΗΣ ΚΑΙ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΙ ΑΓΩΝΕΣ
Άλλες ενδείξεις για τον άνδρα πίσω από τον μύθο μπορείτε να βρείτε σε μια από τις πιο θρυλικές περιοχές της Ελλάδας: την Ολυμπία. Το 776 π.Χ., εδώ έλαβαν χώρα οι πρώτοι Ολυμπιακοί αγώνες.
Υπήρχαν εκατοντάδες αγώνες σε όλο τον ελληνικό κόσμο, αλλά οι Ολυμπιακοί αγώνες ήταν οι πιο προσεγμένοι κι εκείνοι με το μεγαλύτερο γόητρο. Αν κερδίζατε στους Ολυμπιακούς αγώνες, τότε ανυψωνόσασταν, κατά κάποια έννοια ανάμεσα στους ανθρώπους. Ήταν όσο πιο κοντά μπορούσαν οι θνητοί να φτάσουν τους θεούς.
Υπάρχουν εντυπωσιακές ομοιότητες ανάμεσα στους άθλους του Ηρακλή και τους Ολυμπιακούς αγώνες. Και οι δυο ήταν επιτεύγματα δύναμης και αντοχής, που μόνο οι πιο πειθαρχημένοι αθλητές μπορούσαν να πετύχουν. Αλλά η σύνδεση του Ηρακλή με τους Ολυμπιακούς αγώνες ίσως είναι βαθύτερη.
Ο Ηρακλής, σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, ίδρυσε τους Ολυμπιακούς αγώνες μετά από έναν άθλο. Έτσι οι άθλοι συνδέονται άμεσα με την αρχική ίδρυση των αγώνων.
Στα ερείπια του σταδίου της Ολυμπίας βλέπουμε ότι ο στίβος έχει μήκος 600 πόδια. Σύμφωνα με τους αρχαίους Έλληνες, είναι 600 πόδια του Ηρακλή. Σύμφωνα με τον μύθο, ο ίδιος ο Ηρακλής βημάτισε πάνω στο στάδιο, το οποίο ήταν 600 μικρά βήματα, που αντιστοιχούν με 192,72 μέτρα. Έτσι οι ιστορικοί έχουν συμπεράνει ότι τα πόδια του Ηρακλή είχαν μήκος 12,6 ίντσες. Δηλαδή φορούσε παπούτσια μέγεθος 46.
Περισσότερα ίχνη του Ηρακλή μπορούμε να δούμε στον κυρίως ναό της Ολυμπίας. Τοιχογραφίες, που σώζονται από τον εξωτερικό τοίχο, απεικονίζουν τους δώδεκα άθλους του.
Τον σέβονταν όλοι οι αθλητές και κάθε ένας σύγκρινε τον εαυτό του με τον Ηρακλή. Ήταν πολύ σημαντικό για τους Έλληνες να μη παραδίδονται ποτέ, οπότε πολλοί αθλητές προτιμούσαν να πεθάνουν παρά να τα παρατήσουν. Στον μύθο ή ίδια εμμονή στηρίζει τον Ηρακλή.
Το μήνυμα του Ηρακλή είναι ένα: «Συνεχίστε να προσπαθείτε και τελικά θα τα καταφέρετε. Όσο δύσκολες και αν είναι οι συνθήκες, η επιτυχία είναι δυνατή».

ΕΚΤΟΣ ΑΘΛΟΣ
Στον έκτο άθλο του, ο Ηρακλής πρέπει να αντιμετωπίσει ένα κοπάδι άγρια ανθρωποφάγα πουλιά, τις Όρνιθες της Στυμφαλίας, που συμβολίζουν τους απρόσιτους στόχους. Τα διώχνει μακριά με τα δηλητηριώδη βέλη του και φτάνει σ’ ένα κομβικό σημείο, στη μέση ακριβώς των δώδεκα άθλων. Αλλά παραμένουν ακόμα άλλοι έξι άθλοι, και κάθε ένας θα γίνεται όλο και πιο δύσκολος. Η μητριά του, η Ήρα, θα φροντίσει γι’ αυτό.
Καθώς οι άθλοι συνεχίζονται, γίνονται όλο και πιο ακραίοι και τον οδηγούν όλο και πιο μακριά, σε όλο και περισσότερο μυστηριώδη μέρη.
Οι επόμενοι τρεις άθλοι θα φέρουν τον Ηρακλή για πρώτη φορά πέρα από την Ελλάδα και θα τον τοποθετήσουν απέναντι από ισχυρούς ξένους εχθρούς. Τέτοιες ιστορίες απηχούν την εποχή κατά την οποία οι αρχαίοι Έλληνες ανησυχούσαν για την επέκταση της κυριαρχίας τους.
Οι Έλληνες, καθώς αναζητούν γη, αρχίζουν να δημιουργούν αποικίες τόσο μακριά, όσο η Γαλλία, αλλά και όλη τη Μεσόγειο. Συγχρόνως τους έρχονται αναφορές για διάφορα τέρατα ή παράξενα πράγματα.

ΕΒΔΟΜΟΣ ΑΘΛΟΣ
Για τον έβδομο άθλο του ο Ηρακλής ταξιδεύει στο νησί της Κρήτης για να βρει και να πιάσει τον εκλεκτό ταύρο του βασιλιά Μίνωα. Ο ταύρος είναι ένας κώδικας για την κυριαρχία της Κρήτης πάνω στην ηπειρωτική Ελλάδα, την εποχή που ο μύθος δημιουργήθηκε.
Προς το τέλος της εποχής του χαλκού, η Κρήτη ήταν η πιο σημαντική δύναμη σ’ εκείνο το μέρος της Μεσογείου. Τα μέρη που κατά την κλασική περίοδο, όπως η Αθήνα και η Σπάρτη, ήταν πολύ σημαντικά και θα γίνονταν οι μεγαλύτερες δυνάμεις, τότε δεν ήταν ακόμα ιδιαίτερα σπουδαία. Στην πραγματικότητα, έπρεπε να πληρώνουν φόρο υποτελείας στην Κρήτη, επειδή ήταν η μεγαλύτερη δύναμη στην περιοχή.
Στο μύθο ο Ηρακλής είναι έτοιμος να το αλλάξει αυτό. Εντοπίζει τον ταύρο του βασιλιά Μίνωα, παλεύει μαζί του μέχρι να τον υποτάξει, τον παίρνει μαζί του και επιστρέφει στην πατρίδα του. Η Ελλάδα δεν θα είναι πια υποτελής στην Κρήτη. Επτά άθλοι ολοκληρώθηκαν. Με την κατάκτηση του κρητικού ταύρου, ο Ηρακλής έχει κερδίσει τον πόλεμο ενάντια στη φύση. Από εδώ και πέρα θα είναι άνθρωπος εναντίον ανθρώπου.

ΟΓΔΟΟΣ ΑΘΛΟΣ
Στους προηγούμενους άθλους του, ο Ηρακλής εκτελούσε υπηρεσίες που ωφέλησαν την ανθρωπότητα και την απελευθέρωσαν από τα παράσιτα, τα θηρία και διάφορα άλλα. Αλλά στο σημείο αυτό αρχίζουμε να βλέπουμε μια σκοτεινή πλευρά του Ηρακλή. Και ίσως προαναγγέλλει όσα θα ακολουθήσουν.
Στους επόμενους άθλους του, ο Ηρακλής αντιμετωπίζει άτομα που αποτελούν απειλή για την Ελλάδα. Πρώτος στόχος είναι ο Διομήδης, ο τυραννικός βασιλιάς των Βιστόνων. Οι Βίστονες ήταν ένας αρχαίος θρακικός λαός που κατοικούσε στη Βιστονία, κοντά στα Άβδηρα. Ήταν φιλοπόλεμοι και φημίζονταν για την αγριότητά τους. Ο Διομήδης είχε εκπαιδεύσει τα άλογά του στο να τρώνε τη σάρκα των εχθρών του. Ο Ηρακλής κάνει τον Διομήδη να γίνει το επόμενο γεύμα τους. Ο άθλος αυτός είχε ένα ισχυρό μήνυμα για τους αρχαίους Έλληνες, ότι το κακό που δημιουργείς, τελικά θα σε καταστρέψει.
Αυτός είναι ο πρώτος άθλος στον οποίον ο Ηρακλής σκοτώνει κάποιον. Αυτή είναι η κομβική στιγμή. Για πρώτη φορά έχυσε ανθρώπινο αίμα.

ΕΝΑΤΟΣ ΑΘΛΟΣ
Οι σκοτωμοί συνεχίζονται και στον επόμενο άθλο, όπου ο Ηρακλής σκοτώνει τις Αμαζόνες, μια άγρια φυλή γυναικών πολεμιστριών, αφού πρώτα έκλεψε τη ζώνη της βασίλισσάς τους, της Ιππολύτης. Με τον άθλο αυτόν, ο Ηρακλής ολοκλήρωσε εννέα από τους δώδεκα άθλους του. Η ανδρεία, η δύναμη και η αντοχή του τον βοήθησαν να ανταπεξέλθει σε μια σειρά από τους πιο δύσκολους στόχους που ανέλαβε ποτέ κανείς. Αλλά οι τελευταίες μάχες θα αποδειχθούν οι πιο σκληρές. Θα φέρουν τον Ηρακλή πέρα από τα όρια του τότε γνωστού κόσμου, σε μέρη που κανένας Έλληνας δεν είχε πάει ούτε είχε δει ποτέ.
Ο μυθικός ήρωας Ηρακλής έχει επιβιώσει από εννέα τρομακτικούς άθλους, σε μια προσπάθεια να επανορθώσει για το έγκλημα της δολοφονίας της οικογένειάς του. Κάθε άθλος αντιπροσωπεύει μια πιο σκληρή δοκιμασία δύναμης, αντοχής και αποφασιστικότητας. Στους άθλους του υπάρχει ένα είδος δυσκολίας που αυξάνεται σε κλίμακα. Το γεγονός ότι ο Ηρακλής είναι σε θέση να υπερνικήσει όλο και πιο δύσκολους άθλους, δείχνει ότι είναι απίστευτα δυνατός, τόσο όσο κανένας άλλος αρχαίος ήρωας.
Αλλά καθώς συνεχίζονται οι προκλήσεις, γίνεται σαφές ότι όσο μεγάλος κι αν είναι ο σωματικός πόνος, δεν είναι εύκολο να απαλύνει την ψυχική του αγωνία. Ο Ηρακλής είναι φυλακισμένος στην ενοχή του. Όσους άθλους και αν εκτέλεσε, όσο ηρωισμό κι αν επέδειξε, όσο εντυπωσιακές κι αν ήταν οι σωματικές του ικανότητες, μέσα του δεν υπήρχε ειρήνη, δεν υπήρχε ικανοποίηση.
Τρεις ακόμα δοκιμασίες περιμένουν τον Ηρακλή. Θα τον φέρουν μέχρι την άκρη της γης και μέσα στην άβυσσο του θανάτου. Ο Ηρακλής πρέπει συνεχώς να πηγαίνει όλο και πιο μακριά από την Ελλάδα. Όσο βαθύτερα μπαίνετε στο άγνωστο, στην πραγματικότητα βαδίζετε ανάμεσα στα όρια του θνητού και του αθάνατου κόσμου.

ΔΕΚΑΤΟΣ ΑΘΛΟΣ
Στον δέκατο άθλο του, ο Ηρακλής ξεκινάει για να πιάσει τα βόδια του Γηρυόνη, που είναι ένα αιμοδιψές τέρας με τρία ζευγάρια ποδιών, τρία κεφάλια και μια θανατηφόρα καταγωγή. Είναι εγγονός της Μέδουσας, και συνεπώς είναι κι αυτός ένα είδος ημι-τέρατος και δεν πρόκειται να παραδώσει τα βόδια χωρίς μάχη.
Αλλά η καταστροφή του Γηρυόνη είναι μόνο ο μισός άθλος. Ο άλλος μισός είναι το να φτάσει μέχρι εκεί. Για να φτάσει στον Γηρυόνη, ο Ηρακλής πρέπει να περιπλανηθεί πέρα από τη Μεσόγειο, στον Ατλαντικό ωκεανό. Αλλά ένα ογκώδες εμπόδιο στέκεται στο δρόμο του. Είναι μια σειρά από βουνά που ενώνουν την Ευρώπη με την Αφρική σε μια ήπειρο και χωρίζουν τη θάλασσα από τον ωκεανό. Ο Ηρακλής αποφασίζει να μη πάει γύρω από το βουνό, αλλά να περάσει μέσα από αυτό. Χωρίζει το βουνό στα δύο με ένα χτύπημα του ξίφους του. Αυτό το τμήμα του μύθου δημιουργήθηκε για να εξηγήσει πώς ενώθηκαν η Μεσόγειος με τον Ατλαντικό. Οι απότομοι βράχοι σε κάθε πλευρά θα συνδέονται για πάντα με τον Ηρακλή.
Τα στενά του Γιβραλτάρ ήταν γνωστά στους αρχαίους Έλληνες σαν «οι Στήλες του Ηρακλή». Κανένας δεν μπορούσε να πάει πιο πέρα, κανένας δεν ήξερε τι υπήρχε πιο πέρα. Για τους ανθρώπους του αρχαίου κόσμου οι Στήλες δεν ήταν μόνο μια πύλη προς το ανεξερεύνητο ωκεανό, αλλά και μια πύλη ανάμεσα στην πραγματικότητα και τον μύθο.
Όταν ένας Έλληνας μίλαγε για ένα κόσμο πέρα από της Στήλες ήταν σαν εσείς κι εγώ να μιλάμε για έναν κόσμο πέρα από το ουράνιο τόξο, και το γεγονός ότι ο Ηρακλής πήγε εκεί και επέστρεψε, αύξανε ακόμα περισσότερο τη φήμη του.
Όλοι οι αρχαίοι ναυτικοί που ταξίδευαν για τον Ατλαντικό, έπρεπε να πλεύσουν ανάμεσα από τις «Ηράκλειες Στήλες». Μια πρόσφατη ανακάλυψη δείχνει ότι ήταν πολλοί εκείνοι που έριχναν άγκυρα εκεί, για να υποβάλλουν τα σέβη τους στον ήρωα. Σε μια σπηλιά στο βράχο του Γιβραλτάρ, οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν εκατοντάδες χειροποίητα αντικείμενα που θεωρούν ότι συνδέονται με τον Ηρακλή.
Έτσι πήραν δείγματα και τα έστειλαν για χρονολόγηση με τη μέθοδο του άνθρακα 14 και όλα ταίριαζαν απόλυτα μεταξύ τους, καλύπτοντας μια περίοδο περίπου 400 ετών, από το 800 μέχρι το 400 π.Χ. Αυτά τα αντικείμενα τοποθετήθηκαν με ιδιαίτερο τρόπο, για έναν συγκεκριμένο λόγο και οι ειδικοί είναι αρκετά βέβαιοι ότι εκεί υπήρχε ένας μεγάλος ναός.
Οι ειδικοί θεωρούν ότι οι Έλληνες ναυτικοί έρχονταν στο ναό για να προσευχηθούν για τη ζωή τους, καθώς ετοιμάζονταν να ακολουθήσουν τον Ηρακλή στο άγνωστο. Δεν γνώριζαν τι υπήρχε, ούτε αν υπήρχε κάτι πέρα από τις Στήλες.
Στον μύθο, ο Ηρακλής αντιμετωπίζει την ίδια αβεβαιότητα, καθώς διασχίζει αυτό το κατώφλι προς το άγνωστο. Πέρα από τις Στήλες περιμένουν ο τρικέφαλος Γηρυόνης και τα βόδια του. Το τέρας βγαίνει πολεμώντας, κατρακυλώντας τεράστιους βράχους από το βουνό πάνω στον Ηρακλή. Αλλά ο Ηρακλής έχει ένα μυστικό όπλο: τα βέλη που είχε βυθίσει στο δηλητηριασμένο αίμα της Λερναίας Ύδρας. Στοχεύει και ρίχνει. Ο Γηρυόνης πέφτει νεκρός και ο Ηρακλής παίρνει τα βόδια του. Δέκα άθλοι ολοκληρώθηκαν.

ΕΝΔΕΚΑΤΟΣ ΑΘΛΟΣ
Στη συνέχεια, ο Ηρακλής πρέπει να πάει στην άκρη του κόσμου για να κλέψει χρυσά μήλα από έναν κήπο που φρουρείται από έναν δράκο με εκατό κεφάλια. Τα μήλα, όμως, που ψάχνει ανήκουν στον εχθρό του, τη θεά Ήρα. Όχι μόνο τα μήλα αυτά ανήκουν στην Ήρα, αλλά είναι σύμβολα του ιερού της γάμου με τον Δία. Τα μήλα και ο γάμος συχνά συνδυάζονται στην ελληνική μυθολογία.
Ο Ηρακλής περιπλανιέται για χρόνια αναζητώντας τα μήλα της Ήρας, χωρίς τύχη. Τελικά φτάνει στην άκρη του κόσμου και συναντά έναν θεό που κουβαλάει ένα βαρύ φορτίο, τον Άτλαντα.
Ο Άτλαντας ήταν ένας από τους Τιτάνες και η δουλειά του είναι να κουβαλάει στους ώμους του το βάρος του κόσμου. Κυριολεκτικά κουβαλάει τον κόσμο στους ώμους του.
Η σύγχρονη φράση «κουβαλάει τον κόσμο στους ώμους του», προέρχεται από τον μύθο του Άτλαντα. Ο Ηρακλής είναι κουρασμένος και χαμένος. Αλλά ο Άτλαντας ξέρει που είναι τα χρυσά μήλα. Έτσι ο Ηρακλής προσφέρεται εθελοντικά να κρατήσει τον κόσμο, όσο εκείνος θα πήγαινε να φέρει τα μήλα. Ο Άτλαντας τελικά επιστρέφει με τα μήλα, αλλά υπάρχει μια παγίδα. Λέει στον Ηρακλή ότι δεν θέλει να πάρει πίσω τη γη και τον ουρανό.
Ο Άτλαντας λέει: «Ευχαριστώ πολύ, προσπαθούσα να το ξεφορτωθώ εδώ και πολύ καιρό» και ετοιμάζεται να φύγει. Ο Ηρακλής του λέει: «Ξέρεις, έχεις δίκιο. Λυπάμαι πραγματικά. Μπορείς όμως να τον πάρεις ξανά μόνο για λίγο; Θέλω να τυλίξω τους ώμους μου με το δέρμα του λιονταριού». Ο Άτλαντας παίρνει ξανά τον κόσμο στους ώμους του και ο Ηρακλής φεύγει με τα μήλα.
Ο Ηρακλής έχει εκδικηθεί την Ήρα με το να κλέψει τα πολύτιμα μήλα της. Τώρα μένει μόνο ένας άθλος για να κερδίσει την ελευθερία του, και αυτός θα τον στείλει σ’ ένα μέρος από όπου κανένας θνητός δεν έχει επιστρέψει ζωντανός, τη χώρα των νεκρών, τον Άδη.
Ο Ηρακλής έχει αντιμετωπίσει έντεκα από τις πιο σκληρές δοκιμασίες που πέρασε ποτέ ο άνθρωπος ή οι θεοί. Πάλεψε με άγρια θηρία, κακούς βασιλιάδες, φοβερά τέρατα κι έφτασε σ’ ένα άγνωστο κόσμο, σε μια ανηλεή εξιλέωσης για τη δολοφονία της οικογένειάς του.
Ο Ηρακλής περνά τη ζωή του μέσα στο μόχθο, σε μια προσπάθεια να ξεφορτωθεί την ενοχή, που νιώθει ότι δεν την αξίζει πραγματικά. Πάντα υποφέροντας, πάντα υπομένοντας.

ΔΩΔΕΚΑΤΟΣ ΑΘΛΟΣ
Τώρα, μια τελευταία δοκιμασία μένει. Για τον δωδέκατο και τελευταίο άθλο του, ο Ηρακλής πρέπει να βρει το δρόμο για τον μυστηριώδη κάτω κόσμο των νεκρών, τον Άδη. Εκεί πρέπει να συλλάβει τον Κέρβερο, τον τρικέφαλο σκύλο που φυλάει τις πύλες του Άδη.
Ο τελευταίος άθλος του Ηρακλή είναι κατά πολύ ο πιο εξοργιστικός. Κανένας άνθρωπος δεν είχε κάνει ποτέ κάτι τέτοιο πριν. Οι ήρωες συνήθως δεν μπορούσαν να κατέβουν στον κάτω κόσμο.
Ο Άδης, ο άρχοντας του θανάτου, είναι ο φύλακας όλων των ανθρώπινων ψυχών και ο Κέρβερος είναι το όργανό του. Ο σκύλος δεν είναι εκεί για να εμποδίσει εσάς τους ζωντανούς από το να μπείτε μέσα, επειδή αν είστε τόσο τρελός για να κάνετε κάτι τέτοιο, αυτό είναι δικό σας πρόβλημα. Είναι εκεί για να κρατήσει τους νεκρούς από το να βγουν έξω. Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που έχει κάποιος στους περισσότερους αρχαίους πολιτισμούς είναι ο φόβος ότι αν κάποιος πεθάνει, ίσως δεν συνειδητοποιήσει ότι είναι νεκρός και ξαναγυρίσει πίσω σε σας.
Ο Ηρακλής προσπαθεί να πλησιάσει τον Άδη με διπλωματικό τρόπο. Ζητά άδεια να πάρει το σκύλο - φύλακα στη γη. Ο Άδης συμφωνεί μ’ έναν όρο: Ο Ηρακλής πρέπει να υπερνικήσει το θηρίο με τη δύναμή και μόνο. Αυτή είναι η τελική στιγμή της αλήθειας. Ο Ηρακλής παλεύει με τον σκύλο μέχρι που τον ρίχνει κάτω στο έδαφος και τον κάνει να υποταχθεί.
Το γεγονός ότι κατάφερε να φέρει τον Κέρβερο από τον άλλον κόσμο, είναι ένα εκπληκτικό γεγονός. Επειδή αυτό δείχνει ότι ένας Έλληνας ήρωας θα μπορούσε να μπει μέσα και σπάσει τον κύκλο της ζωής και του θανάτου.
Επιτέλους, ο Ηρακλής ολοκλήρωσε την τιμωρία του. Κατάκτησε κάθε εμπόδιο που μπήκε στην πορεία του και υπέμεινε κάθε σωματικό και διανοητικό βασανισμό, πέρα από κάθε μέτρο. Είχε πλέον κάθε δικαίωμα να ηρεμήσει.

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΗ
Ο Ηρακλής είναι κάποιος που αγωνίζεται και νικά. Υποφέρει, αλλά πάντα συνέρχεται ξανά. Και υπάρχει κάποια ασαφή υπόσχεση ότι η ζωή θα είναι καλύτερη γι’ αυτόν όταν ολοκληρωθεί όλη αυτή η περιπέτεια. Αλλά φυσικά αυτό δεν γίνεται ποτέ.
Η Ήρα κρατά άσβεστη τη μνησικακία της εναντίον του Ηρακλή, επειδή είναι ο παράνομος γιος του Δία. Υπάρχει μόνο μια διαφυγή από αυτή την κατάρα, ο θάνατος. Ο Ηρακλής φτιάχνει ένα τεράστιο σωρό από ξύλα, για τη νεκρική πυρά. Η ζωή του τελειώνει όπως ακριβώς την υπέμεινε, με βάσανα.
Θέλει να έχει έναν ηρωικό θάνατο, ένα θάνατο αντάξιο ενός ήρωα. Θέλει να καεί σε νεκρική πυρά. Αλλά, όταν αυτό συμβαίνει, φαίνεται ότι είναι η τελική κάθαρση. Αυτό που καίγεται δεν είναι ο Ηρακλής, αλλά η θνητή του σάρκα. Αυτό απελευθερώνει τελικά την ψυχή του και ο ίδιος ανεβαίνει στον ουρανό.
Στον θάνατο, ο Ηρακλής τελικά εξιλεώνεται. Ο Δίας, ο βασιλιάς των θεών, θεωρεί ότι ο γιος του έχει υποφέρει αρκετά. Τον προσκαλεί να ενωθεί με τους Αθάνατους στον Όλυμπο και η νέμεσή του, η Ήρα, τελικά υποχωρεί.
Εδώ βλέπουμε ότι ο Ηρακλής είναι ο ήρωας των ηρώων. Είναι ο μέγιστος των μεγίστων. Και τελικά ο Δίας λέει: «Εντάξει Ηρακλή, υπέφερες πολλά και είσαι τόσο εκπληκτικός, γι’ αυτό θα προχωρήσω στην αναγνώρισή σου σε θεό». Ο Ηρακλής τελικά παίρνει ένα είδος ανταμοιβής που θα διαρκέσει για πάντα. Τα βάσανα επιτέλους τελειώνουν. Στο τέλος, ο Ηρακλής ανασταίνεται και ενώνεται με τον πατέρα του στο αιώνιο βασίλειο.
Η τελική πράξη του Ηρακλή είναι μια αυτοθυσία. Όταν βάζει φωτιά στον εαυτό του, καίει όλη τη θνητή του υπόσταση και αυτό που μένει είναι μόνο η ουσία του, και αυτή ανεβαίνει στον ουρανό.

ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Αυτός είναι ο μύθος του Ηρακλή. Μια διαχρονική ιστορία δύναμης, βασάνων και εξιλέωσης.
Είναι το είδος της ιστορίας που οι άνθρωποι θέλουν να ακούνε, επειδή όλοι έχουν περάσει προβλήματα, κόπους και βάσανα στη ζωή τους. Ο καθένας αντιμετώπισε μνημειώδεις δυσκολίες, που δεν πίστευαν ότι θα κατάφερναν να τις ξεπεράσουν. Και θέλουν να ακούνε μια ιστορία για κάποιον που πέρασε παρόμοιες καταστάσεις, αλλά κατάφερε να ανταπεξέλθει και να τα καταφέρει μέχρι το τέλος.
Το γεγονός ότι ο Ηρακλής κατάφερε τελικά να πετύχει, μας δείχνει ότι πάντα υπάρχει η δυνατότητα της επιτυχίας, ανεξάρτητα από το πόσο δύσκολη μας φαίνεται η ζωή μας.